black_horizontal.gif (38 bytes)

 

black_vertical.gif (38 bytes)
Up ] Next ]    
Η Διαπραγματευτική Διαδικασία

Γενικές Πληροφορίες

 

1. Το όραμα της Ε.Ε. για τη Διεύρυνση

Παρόλο που μόνο έξι χώρες, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο υπέγραψαν τις Συνθήκες εγκαθίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (1951) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1957), τα κράτη-μέλη έμειναν πιστά στο όραμα των ιδρυτών και αγωνίστηκαν συνεχώς τόσο για την «εμβάθυνση» όσο και για τη «διεύρυνση» της Ένωσης.

Η διαδικασία εμβάθυνσης συνεπάγεται συνεχείς προσπάθειες για ποιοτική αναβάθμιση της Ένωσης και στοχεύει στο να φέρει τα κράτη-μέλη πιο κοντά. Η ιδέα της εμβάθυνσης επιδεικνύεται πολύ καθαρά από την Ευρωπαϊκή Ενιαία Αγορά (1993) η οποία είχε σαν αποτέλεσμα την ελευθερία διακίνησης ανθρώπων, προϊόντων, κεφαλαίων και υπηρεσιών, την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, τη Συνεργασία στους τομείς της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων και πιο παραστατικά την Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση και το «Ευρώ» δηλαδή το Ενιαίο Ευρωπαϊκό Νόμισμα (1999). Η εμβάθυνση, συνεπώς, επεκτείνει τις λειτουργίες και τις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ιδέα της εμβάθυνσης της ένωσης αναφέρεται στη διεύρυνση, δηλαδή την αποδοχή περισσότερων χωρών ως μελών και την επέκταση των συνόρων της Ε.Ε. ώστε σήμερα να υπάρχουν 15 κράτη-μέλη. Το 1973 η Δανία, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα όπως ονομαζόταν τότε, ακολούθησε η Ελλάδα το 1981, η Ισπανία και η Πορτογαλία το 1986, το ανατολικό μέρος της Γερμανίας το 1990 και το 1995 η Αυστρία, η Φινλανδία και η Σουηδία στην Ε.Ε. όπως μετονομάστηκε. Η διαδικασία διεύρυνσης συνεχίζεται μέσω της ενταξιακής διαδικασίας που περιγράφεται σ΄ αυτό το κεφάλαιο.

 

2. H Απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη Διεύρυνση

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη συνάντηση του στο Λουξεμβούργο (Δεκέμβριος 1997), αποφάσισε να εγκαινιάσει μια ενταξιακή διαδικασία με τις δέκα υποψήφιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την Κύπρο στις 30 Μαρτίου 1998, και να συγκαλέσει διμερείς διακυβερνητικές διασκέψεις με στόχο τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Κύπρο, την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Εσθονία, τη Δημοκρατία της Τσεχίας και τη Σλοβενία. Συνεπώς άρχισε η ενταξιακή διαδικασία για έντεκα κράτη, στην περίπτωση όμως της Βουλγαρίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ρουμανίας και της Σλοβακίας το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα αρχίσουν μόλις οι χώρες αυτές σημειώσουν ικανοποιητική πρόοδο στα κριτήρια που έχουν τεθεί.

 

3. Τα Κριτήρια της Ε.Ε. για Διεύρυνση

Τα κριτήρια ένταξης για όλα τα υποψήφια κράτη εγκαθιδρύθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην Κοπεγχάγη (Ιούνιος 1993) το οποίο καθόρισε ότι όλα τα ευρωπαϊκά κράτη που επιθυμούν να ενταχθούν στην ένωση θα καταστούν μέλη εάν πληρούν τους πιο κάτω όρους:

  1. «Σταθερότητα των θεσμών που εγγυούνται τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το σεβασμό και την προστασία των μειονοτήτων.
  2. Την ύπαρξη οικονομίας της αγοράς καθώς και την ικανότητα να αντιμετωπίζει με επιτυχία τις ανταγωνιστικές πιέσεις και τις δυνάμεις της αγοράς μέσα στην Ένωση.
  3. Την ικανότητα να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του μέλους περιλαμβανομένης και της προσήλωσης στους σκοπούς της πολιτικής, οικονομικής και νομισματικής ένωσης.»

 

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Κάρντιφ (Ιούνιος 1998) διευκρίνισε ότι:

«Η προτεραιότητα της Ένωσης είναι να διατηρήσει τη διαδικασία διεύρυνσης για τις χώρες που περιλαμβάνονται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Λουξεμβούργου στα πλαίσια των οποίων μπορούν να προωθήσουν ενεργά τις υποψηφιότητες τους και να σημειώσουν πρόοδο προς την κατεύθυνση ανάληψης των υποχρεώσεων που συνεπάγεται η ιδιότητα του μέλους, περιλαμβανομένων και των κριτηρίων της Κοπεγχάγης. Η κάθε μια από τις υποψήφιες χώρες θα κριθεί με βάση τα ίδια κριτήρια και θα προχωρήσει στην υποψηφιότητα της με το δικό της ρυθμό σύμφωνα με το δικό της βαθμό προετοιμασίας. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις προσπάθειες που θα γίνουν από τις ίδιες τις υποψήφιες χώρες για να ικανοποιήσουν τα κριτήρια. Όλες θα ωφεληθούν από την ενίσχυση των σχέσεων με την Ε.Ε. περιλαμβανομένου του πολιτικού διαλόγου και ειδικών στρατηγικών που θα τις προετοιμάσουν για την ένταξη.»

Ως αποτέλεσμα αυτών των αποφάσεων η ενταξιακή διαδικασία της Κύπρου άρχισε στις 30 Μαρτίου 1998. Η Κύπρος θα κριθεί με βάση τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και ανάλογα με το βαθμό προετοιμασίας της και τις προσπάθειες της να ικανοποιήσει αυτά τα κριτήρια.

 

4. Κύριοι Στόχοι της Ε.Ε.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε τρεις κύριους στόχους για τα επόμενα λίγα χρόνια:

  1. Την ολοκλήρωση της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) με την εισαγωγή του «Ευρώ», του κοινού νομίσματος. Η διαδικασία άρχισε την 1η Ιανουαρίου 1999 και αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2002.
  2. Η αναδιάρθρωση του Προϋπολογισμού της Ε.Ε. εν όψει των εισηγήσεων της Ατζέντα 2000 για τις αλλαγές του προϋπολογισμού που είναι ανάγκη να γίνουν λόγω της διεύρυνσης της Ένωσης. Η Γερμανική Προεδρία έθεσε το 1999 ως στόχο για την επίτευξη συμφωνίας για την αναμόρφωση του Προϋπολογισμού.
  3. Τη διεύρυνση της Ένωσης. Δεν έχει τεθεί συγκεκριμένη ημερομηνία γι΄ αυτή διότι εξαρτάται από το βαθμό προόδου που θα σημειώσουν οι υποψήφιες χώρες. Για τους σκοπούς της διαπραγματευτικής διαδικασίας έχει υποδειχθεί η 1η Ιανουαρίου 1993, αλλά είναι πιθανόν ότι η ένταξη θα πάρει περισσότερο χρόνο για την κάθε μια ή όλες τις έξι χώρες με τις οποίες έχουν αρχίσει οι διαπραγματεύσεις.

 

5. Σκοποί της Διαπραγματευτικής Διαδικασίας

Σκοπός της διαπραγματευτικής διαδικασίας είναι να επιτευχθούν συμφωνίες στα ακόλουθα:

  1. Συμφωνία στις θεσμικές πτυχές της ένταξης (δηλαδή συμμετοχή στους θεσμούς της Ε.Ε., συνεισφορά στον Προϋπολογισμό κτλ).
  2. Συμφωνία στις μεταβατικές διευθετήσεις σχετικά με την υιοθέτηση του κοινοτικού κεκτημένου από το μελλοντικό κράτος-μέλος.
  3. Επίβλεψη/παρακολούθηση από την Ε.Ε. της πλήρους εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου από το μελλοντικό κράτος-μέλος, με μοναδικές εξαιρέσεις στα τμήματα όπου εφαρμόζονται προσωρινές εξαιρέσεις ή μεταβατικές περιόδοι.

 

6. Διαδικασία Διεύρυνσης

Η ενταξιακή διαδικασία της Ε.Ε. με την Κύπρο είναι παρόμοια με εκείνη των άλλων υποψήφιων κρατών και αποτελείται από δύο φάσεις, την «αναλυτική εξέταση του κοινοτικού κεκτημένου» και τις «ουσιαστικές διαπραγματεύσεις».

Η πρώτη αναφέρεται στη λεπτομερειακή εξέταση του βαθμού στον οποίο το σύνολο των νόμων, κανονισμών, θεσμών και διαδικασιών της υποψήφιας χώρας είναι εναρμονισμένο με εκείνο της Ε.Ε., δηλαδή με το κοινοτικό κεκτημένο.

Η δεύτερη αναφέρεται στη διαπραγμάτευση των μεταβατικών διευθετήσεων ή εξαιρέσεων.

Η διαδικασία διεύρυνσης περιγράφεται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στα κεφάλαια για το κοινοτικό κεκτημένο και τη διαπραγματευτική διαδικασία.

 

7. Το Κοινοτικό Κεκτημένο

Η έννοια του κοινοτικού κεκτημένου είναι αυτή που επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση να διατηρεί τη συνοχή της και να προχωρεί με το στόχο της για εμβάθυνση, παρά τον αυξανόμενο αριθμό των μελών της από τις διαδοχικές διευρύνσεις. Όλα όσα έχουν επιτευχθεί αναφορικά με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέχρι την ημέρα που ένα νέο κράτος εντάσσεται στην Ένωση αποτελούν ένα αδιαίρετο σύνολο, το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο κάθε νέο κράτος - μέλος είναι υποχρεωμένο να αποδεχθεί και να εφαρμόσει αποτελεσματικά. Όπως είναι σήμερα, το κεκτημένο αποτελείται από:

  • το περιεχόμενο, τις αρχές και τους πολιτικούς στόχους των Συνθηκών (περιλαμβανομένων εκείνων της Συνθήκης του Άμστερνταμ),
  • τη νομοθεσία που υιοθετήθηκε σύμφωνα με τις Συνθήκες και τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,
  • τις δηλώσεις και τα ψηφίσματα που υιοθετούνται στα πλαίσια της Ενωσης,
  • τις κοινές δράσεις, κοινές θέσεις, διακηρύξεις, συμπεράσματα και άλλες πράξεις εντός του πλαισίου της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφαλείας,
  • τις κοινές δράσεις, κοινές θέσεις, συμβάσεις που υπογράφονται, ψηφίσματα, δηλώσεις και άλλες πράξεις που συμφωνούνται στο πλαίσιο της συνεργασίας σε θέματα δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων,
  • τις διεθνείς συμφωνίες που συνάπτει η Κοινότητα και αυτές που συνάπτουν τα κράτη μεταξύ τους αναφορικά με τις δραστηριότητες της Ενωσης.

Δεν επιτρέπεται καμία μόνιμη απόκλιση από το κοινοτικό κεκτημένο. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να συμφωνηθούν προσωρινές αποκλίσεις και μεταβατικές περίοδοι με σκοπό να επιτραπεί στο νέο κράτος- μέλος να εναρμονιστεί σταδιακά με το κεκτημένο σε τομείς όπου αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσκολίες. Αλλά η αρχή της αποδοχής του κεκτημένου πρέπει να διατηρείται ώστε να διασφαλίζονται τα επιτεύγματα της Ενωσης.

Σήμερα το κοινοτικό κεκτημένο αποτελείται από 80.000 περίπου σελίδες, αλλά συνεχώς μεταβάλλεται, βελτιώνεται και αυξάνεται καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να προχωρεί μπροστά.

 

8. Αναλυτική Εξέταση του Κοινοτικού Κεκτημένου

Η πρώτη φάση της διαδικασίας ένταξης αφορά την λεπτομερή εξέταση του βαθμού στον οποίο η νομοθεσία, οι κανονισμοί και οι θεσμοί της υποψήφιας χώρας συμβαδίζουν με το κοινοτικό κεκτημένο. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται «αναλυτική εξέταση του κοινοτικού κεκτημένου» (acquis screening). Η διαδικασία εξέτασης αναλαμβάνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόσο σε συναντήσεις και με τις έξι κυριότερες υποψήφιες χώρες μαζί (πολυμερείς συναντήσεις) όσο και σε συναντήσεις με την κάθε χώρα (διμερείς).

Κατά τις πολυμερείς συναντήσεις η Επιτροπή παρουσιάζει και εξηγεί στους αντιπροσώπους των έξι υποψηφίων χωρών το κοινοτικό κεκτημένο. Στις διμερείς συναντήσεις μεταξύ της Επιτροπής και της κάθε χώρας η διαδικασία προχωρεί περαιτέρω με κάθε χώρα να παρουσιάζει εκτενώς το βαθμό εναρμόνισης της εθνικής της νομοθεσίας, των θεσμών και πολιτικών της με το κοινοτικό κεκτημένο.

Επιπρόσθετα, κάθε χώρα υποβάλλει το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα για πλήρη εναρμόνιση με το κεκτημένο. Σ’ αυτές τις διμερείς συναντήσεις κάθε υποψήφια χώρα διατυπώνει για πρώτη φορά τις προθέσεις της σχετικά με τη διαπραγμάτευση ειδικών διευθετήσεων στα κεφάλαια στα οποία αναμένεται ότι είτε η εναρμόνιση δεν είναι δυνατή μέχρι την αναμενόμενη ημέρα ένταξης, είτε θα προκληθούν σοβαρά προβλήματα για τη χώρα.

Οι περισσότερες υποψήφιες χώρες, περιλαμβανομένης της Κύπρου, έχουν επιλέξει για σκοπούς προγραμματισμού την 1η Ιανουαρίου 2003 ως την υποθετική ημέρα ένταξης στην Ένωση. Η ημερομηνία αυτή είναι, όμως, ενδεικτική μόνο για σκοπούς σχεδιασμού και προγραμματισμού της εναρμόνισης. Η πραγματική ημερομηνία της ένταξης θα εξαρτηθεί από την πρόοδο που θα επιτευχθεί από κάθε υποψήφιο κράτος και την λύση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ένωση.

Η διαδικασία, ως εκ τούτου, περιλαμβάνει την αναλυτική εξέταση της προσαρμογής των νόμων, θεσμών και πολιτικών κάθε χώρας σε πολυμερείς και διμερείς συναντήσεις. Για να μπορέσει το κοινοτικό κεκτημένο να συζητηθεί με συστηματικό και διεξοδικό τρόπο κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, έχει διαιρεθεί για τους σκοπούς των διαπραγματεύσεων σε 31 κεφάλαια, 29 από τα οποία εξετάστηκαν ή θα εξεταστούν στο πλαίσιο της αναλυτικής εξέτασης. Αυτά τα 29 κεφάλαια φαίνονται στους πίνακες 1 και 2 που ακολουθούν στο κεφάλαιο Πρόγραμμα Αναλυτικής Εξέτασης.

Δύο κεφάλαια δεν καλύπτονται από τη διαδικασία αναλυτικής εξέτασης του κεκτημένου.

Είναι τα ακόλουθα:

  1. Οι «θεσμοί», δηλαδή η μελλοντική συμμετοχή του κράτους- μέλους στους θεσμούς της Ενωσης (Συμβούλιο, Επιτροπή, Κοινοβούλιο, Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και άλλοι λιγότερο σημαντικοί θεσμοί).
  2. Ένα κεφάλαιο που τιτλοφορείται «΄Αλλα» και το οποίο θα ασχολείται με θέματα που δεν είχαν προβλεφθεί προηγουμένως ή που είναι ιδιαίτερα για την υποψήφια χώρα.

 

 

Up ] Next ]