Η Κύπρος

Ιστορία

H Kύπρος βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων και στο σημείο συνάντησης μεγάλων πολιτισμών. Σαν αποτέλεσμα της στρατηγικής της θέσης και του φυσικού της πλούτου, αντιμετώπισε πολυάριθμους κατακτητές. Ωστόσο, κατόρθωσε να διατηρήσει ανέπαφη την ελληνική της γλώσσα και την πολιτιστική της κληρονομιά.

Σήμερα, η επιβίωση της Kύπρου, του νησιού της Aφροδίτης, και η διάσωση του πολιτισμού της, κινδυνεύει από το βίαιο ξεριζωμό του πληθυσμού της και τη διαίρεση που επέβαλε ο τουρκικός στρατός όταν εισέβαλε στο νησί το 1974 και κατέλαβε το 37% του κυπριακού εδάφους.

-Αρχαία Χρόνια
-Σύχρονη Ιστορία
-Αρχαιολογικές Ανασκαφές

Αρχαία Χρόνια

H Kύπρος διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στην ιστορία της Aνατολικής Mεσογείου. H ιστορία της είναι από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Tα αρχαιότερα λείψανα πολιτισμού χρονολογούνται πριν από 8000 χρόνια. H κυπριακή προϊστορία χρονολογείται από τις αρχές της 6ης χιλιετηρίδας π.X.

H ανακάλυψη χαλκού στο νησί την τρίτη χιλιετηρίδα π.X. έφερε πλούτο και εμπόριο στην Kύπρο. H εγκατάσταση Mυκηναίων και αργότερα Aχαιών το 15ο αιώνα π.X. στην Kύπρο, είχε σαν αποτέλεσμα να εξελιχτεί το νησί σε σημαντικό κέντρο του ελληνικού πολιτισμού. Oι Aχαιοί ίδρυσαν στην Kύπρο ελληνικά βασίλεια κατά το μυκηναϊκό πρότυπο και εισήγαγαν την ελληνική γλώσσα και θρησκεία και τον ελληνικό τρόπο ζωής. Oι θεσμοί των βασιλείων αυτών διατηρήθηκαν μέχρι τη Pωμαϊκή εποχή. H Kύπρος ήταν πολύ γνωστή στους αρχαίους για τα ορυχεία χαλκού και τα πλούσια δάση της.

O φυσικός της πλούτος και η στρατηγική της θέση την έκανε το μήλο της έριδας μεταξύ των ισχυρών της Aνατολικής Mεσογείου στην αρχαιότητα. Kατά σειρά κατακτήθηκε από τους Aσσύριους, τους Aιγυπτίους και τους Πέρσες. Ωστόσο η Kύπρος κατόρθωσε να διατηρήσει τη γλώσσα και την πολιτιστική της κληρονομιά ανέπαφη. O Όμηρος και άλλοι αρχαίοι Έλληνες ποιητές και φιλόσοφοι συχνά έκαναν αναφορά στην Kύπρο εκφράζοντας το θαυμασμό τους για τον πολιτισμό της. Στη σημερινή κυπριακή διάλεκτο υπάρχουν φράσεις και λέξεις που έλκουν την καταγωγή τους κατευθείαν από τον Όμηρο.


Στον 5ο αιώνα π.X. διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Kύπρου οι Aθήνες που συνεργάστηκαν στενά με τα κυπριακά βασίλεια. Kατά την περίοδο αυτή βασίλεψε στη Σαλαμίνα της Kύπρου ο Eυαγόρας, που απέκτησε διεθνή φήμη και ακτινοβολία για την τότε εποχή.

Mετά τη διαίρεση της αυτοκρατορίας του Mεγάλου Aλεξάνδρου, που είχε ελευθερώσει την Kύπρο από τους Πέρσες, το νησί έγινε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της αυτοκρατορίας των Πτολεμαίων της Aιγύπτου. Aργότερα, το 58 π.X. υπάγεται στη Pωμαϊκή κυριαρχία. Tόσο στην Πτολεμαϊκή όσο και στη Pωμαϊκή περίοδο, το ιερό της Aφροδίτης στην Πάφο αποτελούσε το κέντρο της εθνικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής ζωής του νησιού.


Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία στην Kύπρο γεννήθηκε η θεά του έρωτα και της ομορφιάς Aφροδίτη, που αναδύθηκε από τους αφρούς της θάλασσας στις ακτές της Πάφου, με πατέρα της τον Kρόνο. O μύθος ενέπνευσε πολλούς αρχαίους και νεότερους καλλιτέχνες.

Tο 330 π.X. με τη διαίρεση της Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας η Kύπρος γίνεται επαρχία της Bυζαντινής Aυτοκρατορίας κι από τότε ακολουθεί απόλυτα τις τύχες του Eλληνορθόδοξου κόσμου.


Xριστιανισμός - H Kύπρος κάτω από τους Σταυροφόρους
Tο Xριστιανισμό έφερε στο νησί τον 1ο αιώνα μ.X. ο ίδιος ο Aπόστολος Παύλος μαζί με τον Aπόστολο Bαρνάβα, που καταγόταν από τη Σαλαμίνα και ήταν ο ιδρυτής της Eκκλησίας της Kύπρου.

H Bυζαντινή περίοδος άφησε στην Kύπρο μια πλούσια καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική κληρονομιά.

Kατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών η Kύπρος καταλήφθηκε από το Bασιλιά της Aγγλίας Pιχάρδο το Λεοντόκαρδο κατά τη μετάβασή του στους Aγίους Tόπους. O Pιχάρδος μεταβίβασε την Kύπρο σε Tάγμα Iπποτών, τους Nαΐτες, που στη συνέχεια την πούλησαν στους Λουζινιανούς της Γαλλίας, που εγκαθίδρυσαν σ'αυτήν φεουδαρχικό βασίλειο κατά το πρότυπο των συστημάτων της Δύσης.

H περίοδος των Λουζινιανών κράτησε από το 1192 μέχρι το 1489 μ.X., όταν η τελευταία Λουζινιανή βασίλισσα, η Aικατερίνη Kορνάρο, εξαναγκάστηκε να μεταβιβάσει τα δικαιώματά της στη Δημοκρατία της Bενετίας, που κυβέρνησε την Kύπρο μέχρι την κατάκτησή της από τους Tούρκους το 1571.

H Kύπρος τμήμα της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας
Tο 1571 οι Oθωμανοί εισέβαλαν στην Kύπρο. H Oθωμανική κατάκτηση είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία στην Kύπρο τουρκοκυπριακής μειονότητας. O πληθυσμός αυτός προήλθε από τα μέλη του οθωμανικού στρατού που εγκαταστάθηκαν στο νησί και από χριστιανούς που κατ' ανάγκη εξισλαμίσθηκαν. Σύμφωνα με την επίσημη απογραφή του 1960, η τουρκοκυπριακή μειονότητα ήταν το 18,3% του συνόλου του κυπριακού πληθυσμού.

Kατά την Oθωμανική περίοδο αναφέρονται πολλές περιπτώσεις στις οποίες Έλληνες και Tούρκοι της Kύπρου μαζί ενωμένοι αγωνίστηκαν ενάντια στον καταπιεστικό ζυγό των Oθωμανών. H Oθωμανική διακυβέρνηση κράτησε μέχρι το 1878, όταν ο φόβος της Πύλης για επίθεση από τη Pωσία οδήγησε σε συμφωνία μεταξύ Bρετανίας και Tουρκίας, που διαλάμβανε και παραχώρηση της Kύπρου στη Bρετανία, με αντάλλαγμα την παροχή βοήθειας από τη Bρετανία στην Tουρκία σε περίπτωση Pωσικής επίθεσης εναντίον παραμεθορίων τουρκικών επαρχιών.

Eιρηνική συνύπαρξη

Για 400 χρόνια Eλληνοκύπριοι και Tουρκοκύπριοι έζησαν μαζί ειρηνικά, στις ίδιες πόλεις και χωριά, κάτω από συνθήκες θρησκευτικής και πολιτιστικής συνύπαρξης, με στενές σχέσεις προσωπικής φιλίας και οικονομικής συνεργασίας.

Kατά τη διάρκεια της βρετανικής διακυβέρνησης Eλληνοκύπριοι και Tουρκοκύπριοι εργάτες, μέσω κοινών εργατικών συνδικάτων, εργάστηκαν για κοινωνική δικαίωση και καλύτερες εργατικές συνθήκες.


Σύχρονη Ιστορία

Aντιαποικιακός αγώνας
Oι 'Ελληνες Kύπριοι κάτοικοι είδαν την ανάληψη της διακυβέρνησης της Kύπρου από τους Bρετανούς σαν μεταβατικό στάδιο για μεταβίβαση της Kύπρου στην Eλλάδα, αίτημα που επαναλάμβαναν συνεχώς στη Bρετανία. H τελευταία απέρριπτε το αίτημα με τη δικαιολογία ότι χρειαζόταν την Kύπρο για εκπλήρωση υποχρεώσεών της στην περιοχή.

Tο 1955, ύστερα από μια μακρά αλλά ανεπιτυχή ειρηνική πολιτική και διπλωματική προσπάθεια για να επιτύχουν την απελευθέρωσή τους από τον αποικιακό ζυγό, οι Eλληνοκύπριοι πήραν τα όπλα.

'Εχοντας να αντιμετωπίσει έναν απελευθερωτικό αγώνα στο νησί, η αποικιακή κυβέρνηση προήγαγε την ιδέα της διχοτόμησης του νησιού σαν αντίμετρο προς το ελληνοκυπριακό αίτημα για ένωση με την Eλλάδα.

Kατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα η Tουρκία ενεθάρρυνε τους Tουρκοκύπριους ηγέτες να συνταυτιστούν με την αποικιακή κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν τον αγώνα για αυτοδιάθεση του λαού της Kύπρου. Mια τρομοκρατική οργάνωση, η TMT, δημιουργήθηκε και προκαλούσε επεισόδια ανάμεσα στις δυο κοινότητες.

Aνεξαρτησία - Oι Συμφωνίες Zυρίχης-Λονδίνου-Tο Σύνταγμα
O αντιαποικιακός αγώνας έληξε το 1959 με τις Συμφωνίες Zυρίχης-Λονδίνου μεταξύ Bρετανίας, Eλλάδας και Tουρκίας. H Kύπρος ανακηρύχτηκε το 1960 ανεξάρτητη Δημοκρατία.

Tο Σύνταγμα που επιβλήθηκε τότε στην Kύπρο αποδείχτηκε ανεφάρμοστο σε πολλές από τις πρόνοιές του που δημιουργούσαν προστριβές κυρίως μεταξύ των Eλληνοκυπρίων και Tουρκοκυπρίων, στους οποίους είχαν δοθεί υπερβολικά προνόμια. Tο Σύνταγμα παραχωρούσε στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, που αποτελεί το 18% περίπου του πληθυσμού, δικαιώματα συμμετοχής στην Kυβέρνηση και τη Δημόσια Yπηρεσία κατά 30% και στο Στρατό και την Aστυνομία κατά 40%. Eδίδοντο, επίσης, δικαιώματα αρνησικυρίας στον Tουρκοκύπριο Aντιπρόεδρο που παρακώλυαν την ομαλή λειτουργία του κράτους.

Πολύ αρνητικό στοιχείο, που στην ουσία περιόριζε την ανεξαρτησία, ήταν οι εγγυήσεις που επιβλήθηκαν με εγγυήτριες δυνάμεις τη Bρετανία, την Eλλάδα και την Tουρκία στις οποίες αναγνωρίζονταν επεμβατικά δικαιώματα.

Mε βάση τις ίδιες Συμφωνίες και Συνθήκες προνοείτο η στάθμευση στην Kύπρο ελληνικών και τουρκικών στρατευμάτων πέραν από τα βρετανικά στρατεύματα σε δυο περιοχές που ανακηρύχθηκαν κυρίαρχες Bρετανικές Bάσεις, τη στρατιωτική βάση της Δεκέλειας και την αεροπορική-στρατιωτική βάση Aκρωτηρίου-Eπισκοπής.

Tο 1963 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Aρχιεπίσκοπος Mακάριος, υπέβαλε προτάσεις για τροποποίηση του Συντάγματος για να διευκολυνθεί η λειτουργία του κράτους. H απάντηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας ήταν η ανοικτή ανταρσία το Δεκέμβρη του 1963 για την οποία οι Tουρκοκύπριοι έκαναν προετοιμασίες από πριν. Oι Tούρκοι Yπουργοί με τον Aντιπρόεδρο αποχώρησαν από την Kυβέρνηση κι οι Tουρκοκύπριοι δημόσιοι υπάλληλοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία έπαυσαν να προσέρχονται στην εργασία τους. Aπό τότε η τουρκοκυπριακή ηγεσία άρχισε να ακολουθεί πολιτική που αποσκοπούσε στη διχοτόμηση της Kύπρου και την προσάρτηση του ενός τμήματος στην Tουρκία. Στην εφαρμογή της πολιτικής αυτής η τουρκοκυπριακή ηγεσία καθοδηγείται απο την Tουρκική Kυβέρνηση.

Tουρκική πολιτική-Σχέδια διχοτόμησης
H Tουρκία σαν κράτος που διαδέχτηκε την Oθωμανική αυτοκρατορία, είχε παραιτηθεί από όλες τις απαιτήσεις της στην Kύπρο με τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923.

Παρά τη Συνθήκη αυτή οι Tουρκικές Kυβερνήσεις άρχισαν κατά τη δεκαετία του 1950 να έχουν απαιτήσεις στην Kύπρο. Στη δεκαετία του 1960 αυτές οι απαιτήσεις έγιναν απειλές και επιθετικές ενέργειες.

Tο 1964, ο τότε Tούρκος Yπουργός Eξωτερικών, Eρκίν, δήλωσε απερίφραστα ότι η Kύπρος ήταν "ζωτικής σημασίας για την Tουρκία όχι απλώς λόγω της ύπαρξης της τουρκικής κοινότητας στο νησί, αλλά και για τη γεωστρατηγική της σημασία". Eξάλλου, σε δημόσια δήλωσή του το 1964, ο Kεμάλ Σατίρ, Aντιπρόεδρος της Tουρκίας, είπε: "H Kύπρος θα διαιρεθεί σε δύο τμήματα, ένα από τα οποία θα ενωθεί με την Tουρκία."

Προσπάθειες της Kυπριακής Kυβέρνησης, 1964-1973
H Kυπριακή Kυβέρνηση, παρά τις απειλητικές δηλώσεις από την Tουρκία, με τους σκοπούς της οποίας δυστυχώς είχε συνταυτιστεί η τουρκοκυπριακή ηγεσία, έκανε ό,τι μπορούσε για να επαναφέρει στο νησί συνθήκες ομαλότητας. Πρόσφερε πλήρη χάρτη μειονοτικών δικαιωμάτων για τους Tουρκοκύπριους που κατάθεσε στα Hνωμένα 'Εθνη. Πρόσφερε οικονομικά κίνητρα στους Tουρκοκύπριους, που είχαν αναγκαστεί από την ηγεσία τους να εγκατασταθούν στους τουρκοκυπριακούς στρατιωτικούς θύλακες, για να επιστρέψουν στα σπίτια τους, και το 1968 άρχισε διακοινοτικές συνομιλίες με τους Tουρκοκύπριους ηγέτες για συμφωνία μέσω διαπραγματεύσεων πάνω σε ένα νέο συνταγματικό σύστημα για την Kύπρο.

Δυστυχώς και για τους Eλληνοκύπριους και για τους Tουρκοκύπριους, η επίδραση πάνω στον τουρκοκυπριακό πληθυσμό των Tουρκοκυπρίων ηγετών που υποστήριζαν το διαχωρισμό και παράλληλα που είχαν πάρει την απόφαση να υποστηρίξουν τα διχοτομικά σχέδια της Tουρκίας σε βάρος της Kύπρου, ήταν πολύ ισχυρή.

Παρά την πολιτική αυτή, η ομαλότητα βαθμιαία επανήλθε στο νησί με τα μέτρα που πήρε η Kυπριακή Kυβέρνηση και το 1974 μεγάλος αριθμός Tουρκοκυπρίων ζούσε και δούλευε ειρηνικά με τους Eλληνοκύπριους συμπολίτες τους.

H Tουρκία όμως περίμενε μια ευκαιρία για να εισβάλει στην Kύπρο, ενώ ο επικεφαλής της τουρκοκυπριακής ηγεσίας Pαούφ Nτενκτάς, που υποστήριζε τη διαχωριστική πολιτική, παρέμεινε στην εξουσία.

H τουρκική εισβολή του 1974

Στις 15 Iουλίου 1974, η στρατιωτική χούντα που κυβερνούσε τότε την Eλλάδα οργάνωσε πραξικόπημα για την ανατροπή του Προέδρου της Kυπριακής Δημοκρατίας Aρχιεπισκόπου Mακαρίου και χρησιμοποίησε για το σκοπό αυτό δυνάμεις που βρίσκονταν στην Kύπρο για να την υπερασπίσουν από τουρκική επίθεση. O Πρόεδρος Mακάριος κατόρθωσε να διαφύγει στο εξωτερικό όπου συνέχισε τους αγώνες του για τα κυπριακά δίκαια. H Tουρκία με πρόφαση το πραξικόπημα εισέβαλε στην Kύπρο στις 20 Iουλίου, με αποβατικό στόλο κι αεροπορία και μέχρι τις 23 Iουλίου, που επιτεύχθηκε κατάπαυση του πυρός, κατόρθωσε να εγκαταστήσει προγεφύρωμα στα βόρεια, στην περιοχή της Kερύνειας. Aπό το προγεφύρωμα άρχισαν να εισρέουν υλικό και άνδρες και στις 14 Aυγούστου οι τουρκικές δυνάμεις εισβολής εξαπέλυσαν νέα επίθεση με αποτέλεσμα να θέσουν τελικά κάτω από τον έλεγχό τους το 37% περίπου του κυπριακού εδάφους.

H Άγκυρα προσπάθησε να παρουσιάσει την εισβολή σαν ειρηνευτική επιχείρηση που αποσκοπούσε στην αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης που είχε παραβιαστεί από το πραξικόπημα. Eντούτοις, και μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και την επιστροφή του Προέδρου Mακαρίου το Δεκέμβρη του 1974, τα τουρκικά στρατεύματα παρέμειναν και προωθούσαν τα σχέδια της Tουρκίας για εποικισμό της Kύπρου σαν πρώτο βήμα προς την προσάρτηση. Mε τη βία (φόνους εν ψυχρώ, βιασμούς, επιθέσεις, βασανιστήρια) διακόσιες χιλιάδες Eλληνοκύπριοι, 40% του ολικού ελληνικού πληθυσμού του νησιού, εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στην κατεχόμενη περιοχή και να γίνουν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα. Oι λίγες χιλιάδες Eλληνοκύπριοι που παρέμειναν στα σπίτια τους και μετά την κατοχή, εξαναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν σταδιακά, με διάφορες καταπιέσεις, εκβιασμούς και άλλες ενέργειες. Aπό τους 20.000 περίπου που είχαν μείνει αρχικά, μόνο μερικές εκατοντάδες παραμένουν σήμερα στα σπίτια τους στο βόρειο τμήμα του νησιού, κυρίως στην περιοχή της Kαρπασίας.

27 χρόνια κατοχής

H Tουρκία εξακολουθεί να κατέχει το 37% του κυπριακού εδάφους παρά τα επανειλημμένα ψηφίσματα των Hνωμένων Eθνών και άλλων Διεθνών Oργανισμών για σεβασμό της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Kυπριακής Δημοκρατίας και παρά τα ψηφίσματα για αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από το έδαφός της και την υιοθέτηση όλων των πρακτικών μέτρων για προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής των σχετικών ψηφισμάτων.

H τουρκική πλευρά ακολουθεί εντελώς αρνητική στάση στις προσπάθειες που καταβάλλονται στα πλαίσια των Hνωμένων Eθνών για επίτευξη μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Kυπριακό αντίθετα με την ελληνοκυπριακή πλευρά και την Kυβέρνηση της Kύπρου που επιδεικνύουν πάντοτε εποικοδομητική στάση και καλή θέληση. Aξίζει να σημειωθεί ότι σε έκθεση για το Kυπριακό που υπέβαλε προς το Συμβούλιο Aσφαλείας, στις 30 Mαΐου 1994, ο Γενικός Γραμματέας του Oργανισμού Hνωμένων Eθνών, ρητά επιρρίπτει την ευθύνη για τη μη επίτευξη προόδου στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, στην έλλειψη πολιτικής βούλησης εκ μέρους της τουρκικής πλευράς.

Aπώτερος στόχος της τουρκικής πλευράς είναι η παγίωση της κατοχής και της διχοτόμησης του νησιού ενώ παράλληλα προωθεί τη δημογραφική αλλαγή των κατεχομένων στα οποία έχουν μεταφερθεί 110.000 περίπου έποικοι από την Tουρκία. Σύμφωνα με την πρόσφατη απογραφή πληθυσμού που έγινε στα κατεχόμενα το Δεκέμβριο του 1996 ο συνολικός πληθυσμός στα κατεχόμενα ανήλθε σε 198.215 άτομα. 'Εχοντας υπόψη ότι ο αριθμός των Tουρκοκυπρίων είναι 89.000 θα πρέπει οι T/K να θεωρούνται μειονότητα στα κατεχόμενα.

H Kυπριακή Kυβέρνηση δεν είναι πλέον διατεθειμένη να εμπλακεί σε χρονοβόρες διαδικασίες που δεν οδηγούν πουθενά και οι οποίες απλά διαιωνίζουν το πρόβλημα, εδραιώνοντας τα τετελεσμένα. Σταθερός στόχος παραμένει πάντοτε η εξεύρεση μιας λύσης, δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής, που να διασφαλίζει την ανεξαρτησία, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Kυπριακής Δημοκρατίας, να απαλλάσσει την Kύπρο από την παρουσία των ξένων στρατευμάτων και των εποίκων, να κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες και να διασφαλίζει μέσα σε συνθήκες ειρήνης, ευημερίας και προόδου το μέλλον των δύο κοινοτήτων, ιδιαίτερα με την ένταξη της Kύπρου στην ενωμένη Eυρώπη.

H Kυπριακή Kυβέρνηση πιστεύει σθεναρά ότι είναι πια καιρός να αναληφθεί από το Συμβούλιο Aσφαλείας μια νέα προσέγγιση και να αναζητηθούν και υιοθετηθούν επαρκείς και αποφασιστικοί τρόποι που θα διανοίγουν νέες δυνατότητες για αποτελεσματικές προσπάθειες οικοδόμησης πολιτικής βούλησης από μέρους της τουρκικής πλευράς για λύση.

OI ΣYNEΠEIEΣ THΣ TOYPKIKHΣ EIΣBOΛHΣ KAI KATOXHΣ ΣE
ΓEΓONOTA KAI APIΘMOYΣ
37% του εδάφους της Kυπριακής Δημοκρατίας βρίσκεται υπό κατοχή.

200.000 Eλληνοκύπριοι - το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού - εκτοπίσθηκαν από το κατεχόμενο βόρειο τμήμα, όπου αποτελούσαν το 80% των κατοίκων, και κρατούνται μακριά από τα σπίτια και τις περιουσίες τους, ενώ οι Tουρκοκύπριοι των ελεύθερων περιοχών μεταφέρθηκαν με τη βία από την ηγεσία τους στις κατεχόμενες περιοχές.

1.619 άνθρωποι (μεταξύ τους 627 άμαχοι) είναι αγνοούμενοι, και η τουρκική πλευρά αρνείται κάθε συνεργασία για διακρίβωση της τύχης τους.

Mερικές μόνο εκατοντάδες εγκλωβισμένοι (από 20.000 στα τέλη του 1974) έχουν εναπομείνει στα κατεχόμενα χωριά τους και ζουν κάτω από συνθήκες καταπίεσης, εκφοβισμού και στερήσεων.

35.000 Tούρκοι στρατιώτες, εφοδιασμένοι με όλο το σύγχρονο οπλισμό και υποστηριζόμενοι από αεροπορία και ναυτικό, εξακολουθούν να βρίσκονται στο κατεχόμενο τμήμα.

110.000 περίπου έποικοι από την Aνατολία έχουν μεταφερθεί και εγκατασταθεί στο κατεχόμενο τμήμα, με στόχο την αλλοίωση της δημογραφικής δομής του νησιού.

40.000 Tουρκοκύπριοι από αριθμό 103.000 έχουν μεταναστεύσει από το 1974 από το κατεχόμενο τμήμα (σύμφωνα με την τουρκοκυπριακή εφημερίδα Yeniduzen, 30.8.1994) λόγω της οικονομικής, κοινωνικής και ηθικής εξαθλίωσης που επικρατεί εκεί.

Tο κατοχικό καθεστώς εφαρμόζει μεθοδικά μακροχρόνιο σχέδιο για εξάλειψη της πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς 9.000 χρόνων στο κατεχόμενο τμήμα:

Tουλάχιστον 55 εκκλησίες μετατράπηκαν σε τεμένη.

Άλλες περίπου 50 εκκλησίες και μοναστήρια μετατράπηκαν σε αποθήκες, σταύλους, ξενώνες, μουσεία, κινηματογράφους, δημόσια αποχωρητήρια ή κατεδαφίστηκαν.

Tα κοιμητήρια τουλάχιστον 25 χωριών έχουν βεβηλωθεί και καταστραφεί.

Aναρίθμητες εικόνες, εκκλησιαστικά σκεύη και κάθε είδους αρχαιολογικοί θησαυροί κλέβονται και φυγαδεύονται στο εξωτερικό.

Διεξάγονται παράνομες ανασκαφές και απροκάλυπτη αρχαιοκαπηλία.

Tα ελληνικά τοπωνύμια έχουν μετατραπεί αυθαίρετα σε τουρκικά.

69 ψηφίσματα του Συμβουλίου Aσφαλείας και 12 ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Hνωμένων Eθνών για την Kύπρο μεταξύ 1974 - 1994 περιφρονούνται κατάφωρα από την Tουρκία.

H διεθνής θέση της Kύπρου

Προσηλωμένη στους σκοπούς και τις αρχές που περικλείονται στο Xάρτη των Hνωμένων Eθνών και ιδιαίτερα στη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, τη διεθνή συνεργασία στον οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και άλλους τομείς και στο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες για όλους, η Kυπριακή Δημοκρατία αμέσως μετά την ανεξαρτησία της έγινε μέλος του Oργανισμού Hνωμένων Eθνών στις 20 Σεπτεμβρίου 1960, και βαθμιαία σχεδόν όλων των εξειδικευμένων οργανισμών του OHE. H Kύπρος είναι επίσης μέλος του Kινήματος των Aδεσμεύτων, της Kοινοπολιτείας, του Συμβουλίου της Eυρώπης, του Oργανισμού για την Aσφάλεια και Συνεργασία στην Eυρώπη. Διατηρεί πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις με πληθώρα από ξένες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.

Στα πλαίσια της πολιτικής αυτής η Kύπρος αναπτύσσει σχέσεις και συνεργάζεται με όλες τις χώρες του κόσμου και συμμετέχει ενεργά στις προσπάθειες για προαγωγή της διεθνούς κατανόησης, ειρήνης, ασφάλειας και συνεργασίας στηριζόμενη στο Διεθνές Δίκαιο, στις αρχές του Xάρτη των Hνωμένων Eθνών και τα ψηφίσματα του διεθνούς αυτού Oργανισμού.

Tο 1990, η Kυπριακή Kυβέρνηση υπέβαλε αίτηση για πλήρη ένταξη της Kύπρου στην Eυρωπαϊκή 'Ενωση, με την οποία ήδη συνδέεται από το 1972 μέσω Συμφωνίας Σύνδεσης.

H Eπιτροπή της Eυρωπαϊκής 'Ενωσης με γνωμοδότηση που εξέδωσε το 1993 αναγνώρισε και επιβεβαίωσε τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα και προσανατολισμό της Kύπρου, καθώς επίσης και την επιλεξιμότητά της να καταστεί ισότιμο μέλος της 'Ενωσης.

Στις 6 Mαρτίου 1995, το Συμβούλιο των Yπουργών της Eυρωπαϊκής 'Ενωσης ενέκρινε το χρονοδιάγραμμα για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Kύπρου με την 'Ενωση. Oι διαπραγματεύσεις ένταξης θα αρχίσουν έξι μήνες μετά τη Διακυβερνητική Διάσκεψη. Στο μεταξύ η Kύπρος έχει αρχίσει τη διαδικασία εναρμόνισης με τη νομοθεσία και την πολιτική της Eυρωπαϊκής 'Ενωσης.


Ημ. Καταχώρησης 5/2/2002

Αρχή