[Αρχική Σελίδα] [Ομιλίες/ Συνεντεύξεις/ ´Αρθρα]

Πληκτρολογείστε για να δείτε πιο μεγάλη τη φωτογραφία

Ομιλία του Υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού κ. Γιώργου Λιλλήκα στην ημερίδα του ΕΒΕ Αθηνών με θέμα "Ευρωπαϊκή Κύπρος-Διεθνές Κέντρο Επιχειρηματικής Δραστηριότητας, Υπηρεσιών και Επενδύσεων"

(28 Ιανουαρίου 2005)


Επιτρέψετέ μου να εκφράσω τη χαρά μου γιατί, για δεύτερη φορά, έχω την τιμή να βρίσκομαι στο ΕΒΕ Αθηνών, για να μιλήσω σε οικονομική Ημερίδα αφιερωμένη στην Κύπρο.  Θέλω να ευχαριστήσω το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο  και το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών για το ενδιαφέρον που επιδεικνύουν και να συγχαρώ θερμά τους Προέδρους και τα Μέλη τους για την πρωτοβουλία αυτή.  Η αθρόα προσέλευση στην εκδήλωση αυτή αποτελεί έκφραση των ιστορικών δεσμών που συνδέουν την Κύπρο με την Ελλάδα αλλά και αναγνώριση των προοπτικών για περαιτέρω εμβάθυνσή τους.

Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί η εκδήλωση έχει τεθεί υπό την αιγίδα του Υπουργού Ανάπτυξης της Ελλάδας, αγαπητού φίλου Δημήτρη Σιούφα.  Νιώθω υποχρέωσή μου να ευχαριστήσω και δημόσια τον κο Σιούφα για το ειλικρινές ενδιαφέρον που επιδεικνύει καθώς και για την έμπρακτη βοήθεια που μας προσφέρει, ιδιαίτερα με τη μεταφορά των Ευρωπαϊκών εμπειριών που το Υπουργείο Ανάπτυξης διαθέτει και η Κύπρος έχει ανάγκη.

Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση έχει δημιουργήσει το υπόβαθρο για περαιτέρω εμβάθυνση αλλά και διεύρυνση των σχέσεων ανάμεσα στα διάφορα στρώματα και κατηγορίες του πληθυσμού των δύο χωρών.  Η ανάπτυξη της Ευρωμεσογειακής διάστασης της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας καθώς επίσης  η γεωστρατηγική θέση της Κύπρου είναι παράγοντες που συνθέτουν τις προκλήσεις αλλά και τις προοπτικές που διανοίγονται μπροστά μας.

Οι εμπειρίες μας στον τομέα του εμπορίου και των υπηρεσιών, η αξιόλογη επιχειρηματική μας παρουσία στις  Αραβικές  χώρες και στην Ανατολική Ευρώπη είναι εργαλεία τα οποία ο επιχειρηματικός κόσμος της Ελλάδας  μπορεί να αξιοποιήσει δημιουργικά.

Η Κύπρος είναι μια σύγχρονη χώρα που συνδυάζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την πολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθερότητα.  Η Κύπρος προσφέρει δυνατότητες για ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε ένα ευχάριστο, κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον, σε συνθήκες ασφάλειας.  Παράλληλα διαθέτει υψηλού επιπέδου υποδομή στους τομείς των τηλεπικοινωνιών,  των τραπεζικών υπηρεσιών, των επικοινωνιών, ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρηματικών μονάδων και επιστημονικά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό.   Φυσιολογικά λοιπόν έχει καταστεί ένα ελκυστικό περιφερειακό κέντρο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Επιτρέψετέ μου να σας παρουσιάσω πολύ συνοπτικά ορισμένα οικονομικά στοιχεία.  Η οικονομία του νησιού αναπτύσσεται με ικανοποιητικό ρυθμό, επιδεικνύοντας σημεία μακροοικονομικής σταθερότητας.  Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν έφθασε το 2003 τα 11,8 δισεκατομμύρια Ευρώ ενώ το 2004 αναμένεται να φθάσει τα 12,4 δισ. Ευρώ με υπολογιζόμενη αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας περίπου 3.6%.

Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης για την περίοδο 2000-2004 ήταν 3.3%.  Το κατά κεφαλή εισόδημα είναι από τα ψηλότερα στην περιοχή και το 2004 έφθασε  τα 17000  Ευρώ.  Επιπρόσθετα, η Κύπρος έχει συνθήκες πλήρους απασχόλησης, αφού το ποσοστό ανεργίας αγγίζει μόλις το 3.5%, χαμηλό πληθωρισμό (η πρόβλεψη για το 2004 είναι 2,1% και για το 2005 2,6%) και δυνατό ισοζύγιο πληρωμών.

Η Κυπριακή Κυβέρνηση έχει επεξεργασθεί ένα ολοκληρωμένο Οικονομικό Πρόγραμμα, το οποίο συνάδει πλήρως με τους στόχους στρατηγικής της Λισσαβόνας καθώς και με τις προτεραιότητες που η θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι βασικότεροι στόχοι του σχεδίου είναι:

  1. η δημοσιονομική εξυγίανση

  2. ο εκσυγχρονισμός και η ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας και του δημόσιου τομέα, και

  3. η ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής με την ενίσχυση των κοινωνικών στρωμάτων με χαμηλά εισοδήματα.

Πρώτη προτεραιότητα, βέβαια, αποτελεί η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και για επίτευξη του σκοπού αυτού ετοιμάστηκε πρόγραμμα σύγκλισης, το οποίο αποσκοπεί στη σταδιακή μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από την τιμή αναφοράς του Μάαστριχτ (3% του ΑΕΠ) και την επαναφορά του δημόσιου χρέους σε πτωτική πορεία από το 2005. Τελικός στόχος παραμένει η πλήρης εξάλειψη του δημοσιονομικού ελλείμματος μέχρι και το 2008 .

Κύρια επιδίωξη της Κυβέρνησης είναι η ένταξη στην Ευρωζώνη και υιοθέτηση του Ευρώ το συντομότερο δυνατό.

Μέσα σ΄ αυτές τις ευνοϊκές συνθήκες, ο τομέας του εμπορίου συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, με σημαντική συμβολή στη διεύρυνση και ενδυνάμωση των σχέσεων της Κύπρου με τρίτες χώρες και ιδιαίτερα τις γειτονικές αραβικές χώρες όπως και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

Το μικρό μέγεθος της εγχώριας αγοράς, ωθούσε πάντοτε τους Κύπριους επιχειρηματίες να αναζητούν και να δημιουργούν προσβάσεις σε ξένες αγορές.  Το 2003 οι εξαγωγές εμπορευμάτων έφθασαν τα 820 εκατομμύρια Ευρώ, ενώ οι συνολικές εισαγωγές ήταν 2,72 δισεκατομμύρια Ευρώ.  Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να είναι ο κυριότερος εμπορικός εταίρος της Κύπρου.  Το 2003 οι εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθαν στο 55% περίπου των συνολικών εισαγωγών, ενώ κατά την ίδια περίοδο η Ευρωπαϊκή αγορά απορρόφησε το 50% των εξαγωγών κυπριακών προϊόντων.

Η γεωγραφική θέση της Κύπρου, που την έχει καθιερώσει ως ένα σημαντικό διαμετακομιστικό σταθμό στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι ένας παράγοντας που θα μπορούσε και πρέπει να αξιοποιηθεί περισσότερο, από τον εμπορικό κόσμο της Ελλάδας.  Απόδειξη της σημασίας της Κύπρου ως σημαντικού διαμετακομιστικού κέντρου είναι το γεγονός ότι το 2003 επανεξήχθηκαν προϊόντα αξίας  450 εκατ. Ευρώ.

Οι σχέσεις που ιστορικά, πολιτικά αλλά και οικονομικά έχει αναπτύξει η Κύπρος με τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Ευρώπης, προσφέρει πολύ καλές επιχειρηματικές ευκαιρίες για όσους θέλουν να επεκταθούν στην περιοχή είτε με αυτόνομη ανάπτυξη των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων είτε με τη δημιουργία κοινοπραξιών σε τρίτες χώρες.

Η πολύ καλή γνώση των αγορών της Μέσης Ανατολής από τους Κύπριους επιχειρηματίες, σε συνδυασμό με την ύπαρξη στην Κύπρο μεγάλου αριθμού  επιχειρήσεων διεθνών δραστηριοτήτων, είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα για τους επιχειρηματίες  που θα αποφασίσουν να αξιοποιήσουν  την Κύπρο σαν βάση για πρόσβαση  στις κύριες αγορές της περιοχής.

Η πολιτική για  ξένες επενδύσεις στην Κύπρο είναι φιλελεύθερη και ιδιαίτερα ευνοϊκή  για τους ξένους επενδυτές.  Η πλήρης άρση των περιορισμών σε σχέση με το επιτρεπόμενο ποσοστό ξένης συμμετοχής και των κατώτατων ποσών επένδυσης για τους σημαντικότερους τομείς της οικονομίας, έχει συμβάλει ουσιαστικά στην αύξηση των ξένων επενδύσεων και ιδιαίτερα των Eυρωπαϊκών επιχειρήσεων στον Κυπριακό xώρο.  Για την εξυπηρέτηση των ξένων επενδυτών λειτουργεί στο Υπουργείο μας ειδική υπηρεσία στη βάση του one-stop-shop, απλοποιώντας τις διαδικασίες και αποφεύγοντας τη γραφειοκρατική ταλαιπωρία στους επενδυτές. Με ικανοποίηση διαπιστώνω ότι οι επενδύσεις Ελλαδικών και Κυπριακών Εταιρειών στην Κύπρο και στην Ελλάδα αντίστοιχα, αυξάνουν χρόνο με το χρόνο.   Υπάρχουν όμως μεγαλύτερες δυνατότητες.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνουμε στην προσέλκυση επενδύσεων στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας.  Η Κύπρος είναι η Τρίτη χώρα στον κόσμο σε αριθμό Πανεπιστημιακών αποφοίτων, κατά πληθυσμιακή αναλογικά, γεγονός που της προσφέρει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για όσες επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας θέλουν να αναπτύξουν τη δραστηριότητά τους στη γύρω περιοχή.

Με στόχο την περαιτέρω προώθηση νέων δραστηριοτήτων στην Κύπρο, έχουμε θέσει σε εφαρμογή το Πρόγραμμα Δημιουργίας Νέων Επιχειρήσεων Υψηλής Τεχνολογίας και Καινοτομίας, μέσω του θεσμού των Θερμοκοιτίδων  Επιχειρήσεων, της Έρευνας και της Τεχνολογικής Ανάπτυξης.  Σήμερα λειτουργούν 4 τέτοιες θερμοκοιτίδες με την οικονομική στήριξη του Υπουργείου.

Θέλοντας να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας, διαμορφώσαμε μία ολοκληρωμένη πολιτική και σχέδιο δράσης που περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

Πρώτο: 

την παραδοχή ότι δεν μπορούμε πλέον να είμαστε ανταγωνιστικοί στη διεθνή αγορά, στη λογική της χαμηλότερης τιμής.  Κατά συνέπεια, πρέπει να αναπτύξουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ποιότητα με προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, των οποίων η ζήτηση εξαρτάται από την ποιότητα και όχι από την τιμή. Αναφορικά με τα προϊόντα μαζικής κατανάλωσης, στόχος μας είναι να ικανοποιήσουμε τις τεχνητές ανάγκες του καταναλωτή και όχι τις φυσικές.  Αυτό προϋποθέτει την αξιοποίηση του βιομηχανικού σχεδίου και μία πολιτική πωλήσεων που να στοχεύει, εκείνα τα στρώματα των καταναλωτών που είναι διατεθειμένα να δαπανήσουν περισσότερα για ικανοποίηση ξεχωριστών τους αναγκών.

Δεύτερο:

τη δημιουργία της απαραίτητης υποδομής για την ανάπτυξη της Έρευνας και της Καινοτομίας.  Για την υλοποίηση αυτού του στόχου συνεργαζόμαστε με τη Γαλλία για τη δημιουργία του πρώτου Τεχνολογικού Πάρκου στο πρότυπο αυτού της “Sophia Antipolis”.  Αναμένουμε τέλος του 2005 να έχουμε ολοκληρώσει τη μελέτη βιωσιμότητας και το master plan του Πάρκου και εντός του 2006 να ξεκινήσει η δημιουργία του.

Τρίτο:

τη δημιουργία Κέντρων Έρευνας περιφερειακού χαρακτήρα με την προσέλκυση πανεπιστημιακών ερευνητικών μονάδων διεθνούς εμβέλειας, αλλά και Κυπρίων επιστημόνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό.

Έχουμε ήδη υπογράψει συμφωνία με το Πανεπιστήμιο του Harvard και από την 1η Ιανουαρίου έχει ξεκινήσει τη λειτουργία του το Κέντρο Έρευνας με τομείς δραστηριότητας το Περιβάλλον και τη Δημόσια Υγεία.

Σήμερα ξεκίνησε τη λειτουργία του ένα δεύτερο Ερευνητικό Ινστιτούτο που αποτελεί προϊόν συνεργασίας της Τράπεζας Αναπτύξεως με μεγάλη ομάδα επιστημόνων διακριθέντων με το βραβείο Νόμπελ.

Παράλληλα, έχουμε εγκρίνει τη δημιουργία ενός Κέντρου Έρευνας στον τομέα της Βιοτεχνολογίας και Νανοτεχνολογίας, που μας υπέβαλε Κύπριος επιστήμονας που διαπρέπει στην Αμερική με το Πανεπιστήμιό του, ενώ εξετάζουμε πρόταση άλλου Κύπριου επιστήμονα της Αμερικής για ένα Κέντρο Βιοϊατρικής.

Τέταρτο:

 την προσέλκυση ερευνητικών μονάδων από τις Ινδίες σε συνεργασία με την Κυβέρνηση των Ινδιών, στον τομέα της πληροφορικής.

Τέλος, σε συνεργασία με την Κυβέρνηση της Ιρλανδίας, μελετούμε την ενοποίηση σε ενιαίο Φορέα όλων των δραστηριοτήτων έρευνας και διαμόρφωσης στρατηγικής για την ανάπτυξη της υψηλής τεχνολογίας.

Είμαι πεπεισμένος, ότι τον 21ο αιώνα θα ξεχωρίσουν οι οικονομίες που θάναι σε θέση να παράγουν γνώση και δεν θα αρκούνται στην απόκτησή της.  Από κοινού Ελλάδα και Κύπρος μπορούμε να κερδίσουμε το στοίχημα.  Οφείλουμε και μπορούμε αρκεί να ενώσουμε τις δυνάμεις μας.

Κλείνοντας, θα ήθελα, με δύο λόγια, να αναφερθώ στη φιλοσοφία της Κυπριακής Κυβέρνησης αναφορικά με τη συνεργασία κράτους και επιχειρηματικού κόσμου για την επίτευξη των αναπτυξιακών μας στόχων.  Κατά την αντίληψή μας, βασική  ευθύνη ενός σύγχρονου κράτους είναι να καθορίσει τους βασικούς στρατηγικούς στόχους.

Να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία της οικονομίας, να δημιουργήσει την αναγκαία υποδομή, να επεκτείνει τις βοηθητικές υπηρεσίες, να παρέχει τα κατάλληλα κίνητρα, να απλοποιήσει τις διαδικασίες, δημιουργώντας ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον.  Οι επενδυτικές και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες πρέπει να ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα.

Η πολυπλοκότητα του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος απαιτεί αρμονική συνεργασία μεταξύ του κράτους και των επιχειρηματιών.  Ως Κυβέρνηση αντιμετωπίζουμε τους επιχειρηματίες σαν εταίρους αναγνωρίζοντας τη θετική τους, καθοριστική, συμβολή στην ανάπτυξη.

Φίλε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι,

Θεωρώ την Ημερίδα αυτή ως σημαντική, γιατί θα δώσει την ευκαιρία να συζητηθούν θέματα κοινού ενδιαφέροντος και να τοποθετηθούν οι βάσεις για συνεργασίες που θα αξιοποιήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των δύο χωρών.  Είμαι σίγουρος ότι σαν αποτέλεσμα της σημερινής Ημερίδας καθώς και των επαφών που θα γίνουν μεταξύ Κυπρίων και Ελλαδιτών επιχειρηματιών, θα καταστεί δυνατή η ανάπτυξη της συνεργασίας στους τομείς των υπηρεσιών, των επενδύσεων, κοινοπραξιών και στις διεθνείς οικονομικές δραστηριότητες με θετικές επιπτώσεις για όλους.

Ως επίλογο, επιτρέψετέ μου μία πρόκληση για τις δύο Κυβερνήσεις αλλά και για τον επιχειρηματικό κόσμο των δύο χωρών: τη διαμόρφωση του αναγκαίου περιβάλλοντος για μία αμφίδρομη συνεργασία που θα στοχεύει στις αγορές της Μέσης Ανατολής αλλά και των Βαλκανίων.  Δύο περιοχές στις οποίες οι χώρες μας αλλά και οι επιχειρηματίες μας έκτισαν σχέσεις και δημιούργησαν προσβάσεις.

Ίσως, μία Ημερίδα με αυτό το αντικείμενο και τη συμμετοχή Εταιρειών που έχουν αναπτύξει δραστηριότητες στις περιοχές αυτές, να μας βοηθούσε στη διαμόρφωση μίας κοινής στρατηγικής με κοινούς στόχους, κοινό σχέδιο δράσης και πλαίσιο πολιτικής συνεργασιών.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να συγχαρώ και πάλιν τους διοργανωτές για την πρωτοβουλία τους να οργανώσουν την Ημερίδα αυτή.  Εύχομαι σε όλους κάθε επιτυχία στις επιχειρηματικές σας δραστηριότητες.

[Πάνω] [Σελίδα Ομιλιών]