ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στην έκθεση αυτή παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν την εξέλιξη των ερευνητικών δραστηριοτήτων στην Κύπρο κατά τα τελευταία χρόνια. Παρατίθενται τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Κύπρου αλλά και οι παράγοντες που περιορίζουν την ανάπτυξη της έρευνας. Γίνεται επίσης αναφορά στις βασικότερες επιδιώξεις και τη στρατηγική για την αναβάθμιση των ερευνητικών δραστηριοτήτων και παρουσιάζονται οι φορείς που εμπλέκονται στο συντονισμό, διαχείριση και προώθηση της έρευνας στην Κύπρο. Τέλος παρέχονται στοιχεία που αφορούν διεθνείς συνεργασίες της Κύπρου στους τομείς της έρευνας και τεχνολογίας και γίνεται αναφορά στους σημαντικότερους ερευνητικούς φορείς της Κύπρου.

ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ  [πάνω
Μέχρι το 1990 οι ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο ήταν περιορισμένες και διεξάγονταν κυρίως από τους παραδοσιακούς κυβερνητικούς ερευνητικούς φορείς (Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών, Γενικό Κρατικό Χημείο κ.α.). Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίστηκε σε σχετική έρευνα του Τμήματος Στατιστικής και Ερευνών για το έτος 1992, με βάση την οποία οι ερευνητικές δραστηριότητες ανέρχονταν μόλις στο 0,2 % του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Το ποσοστό αυτό δε συγκρίνεται καθόλου ευνοϊκά με το αντίστοιχο ποσοστό των Ευρωπαϊκών και γενικότερα των ανεπτυγμένων χωρών, που κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 2 και 5 %.

Οι ερευνητικές δραστηριότητες διευρύνθηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της ίδρυσης και λειτουργίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, της επέκτασης των ερευνητικών δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής, της δημιουργίας και λειτουργίας από το 1996 του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας και της διοχέτευσης μεγαλύτερων κονδυλίων από τους Προϋπολογισμούς του κράτους προς τον τομέα της έρευνας. Οι ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο ενισχύθηκαν επίσης μέσα από την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που διανοίχθηκαν για συμμετοχή ερευνητικών φορέων/ερευνητών σε Ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα. Στα πλαίσια αυτά, καθοριστικό βήμα θεωρείται η συμμετοχή της Κύπρου στο 5ο Πρόγραμμα Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για δραστηριότητες Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Επίδειξης.

Σημαντική ήταν επίσης η συμβολή του Πρωτοκόλλου που υπογράφτηκε μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου για επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία και η επιχορήγηση ερευνητικών προγραμμάτων μέσα από τη συνεργασία αυτή.

Παρά την εμφανή πρόοδο και αναβάθμιση που παρατηρείται κατά τα τελευταία χρόνια στον τομέα της έρευνας στην Κύπρο, το επίπεδο των ερευνητικών δραστηριοτήτων εξακολουθεί να είναι χαμηλό, συγκρινόμενο με πιο αναπτυγμένες οικονομίες και με χώρες με παρόμοιο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης.

ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ  [πάνω]
Η σημερινή εποχή χαρακτηρίζεται από την παγκοσμιοποίηση και τον έντονο ανταγωνισμό και, παράλληλα, τη ραγδαία τεχνολογική πρόοδο, ιδιαίτερα στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής. Στα πλαίσια αυτά παρατηρείται διαρθρωτική μετεξέλιξη, από τομείς/δραστηριότητες έντασης κεφαλαίου σε τομείς/δραστηριότητες έντασης γνώσης (“knowledge intensive industries”). Παράγοντες επιτυχίας στις σύγχρονες κοινωνίες είναι:

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, είναι γενικά αποδεκτό, ότι η έρευνα συνιστά μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την αειφόρο ανάπτυξη μιας χώρας.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ  [πάνω]
Βασικές προϋποθέσεις για την ανέλιξη του τομέα της έρευνας στην Κύπρο αποτελούν μεταξύ άλλων:

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ      [πάνω]
Τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η Κύπρος σε σχέση με την ανάπτυξη της έρευνας είναι:

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ       [πάνω]
Παρά τα πιο πάνω πλεονεκτήματα, οι προώθηση των ερευνητικών δραστηριοτήτων στην Κύπρο περιορίζεται από την παρουσία αντικειμενικών προβλημάτων. Οι παράγοντες που περιορίζουν την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:

ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ
Οι βασικότερες επιδιώξεις σε σχέση με την ανάπτυξη και αναβάθμιση των ερευνητικών δραστηριοτήτων στην Κύπρο, όπως αυτές καθορίζονται στο Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης 1999-2003 περιλαμβάνουν:

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
Η πολιτική που ακολουθείται στον τομέα της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στοχεύει στην εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων αναγκών της κυπριακής οικονομίας μέσα από την προώθηση, κυρίως εφαρμοσμένης έρευνας και την εισαγωγή, ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών, με γνώμονα τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες/ανάγκες της Κύπρου. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια καθορίζονται και τα ακόλουθα βασικά στοιχεία της στρατηγικής ανάπτυξης της έρευνας στην Κύπρο:

ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Γραφείο Προγραμματισμού
Το Γραφείο Προγραμματισμού είναι η υπηρεσία του Κράτους που εμπλέκεται στον καθορισμό της στρατηγικής προσέγγισης και τον προσδιορισμό των βασικών επιδιώξεων στον τομέα της έρευνας. Επίσης επεξεργάζεται συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής που πρέπει να προωθηθούν για την επίτευξη των πιο πάνω επιδιώξεων. Περαιτέρω, το Γραφείο Προγραμματισμού είναι υπεύθυνο για την υπογραφή διακρατικών συνεργασιών στον τομέα της έρευνας και την αξιοποίηση της συμμετοχής της Κύπρου σε Ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης. Τέλος, ως ο αρμόδιος κυβερνητικός φορέας, παρέχει μέσα από τον ετήσιο Προϋπολογισμό Ανάπτυξης, χρηματοδότηση του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας, καθώς και των ερευνητικών δραστηριοτήτων και πρωτοβουλιών των ερευνητικών φορέων του ευρύ δημόσιου τομέα.

Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας
Το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας δημιουργήθηκε το 1996 με πρωτοβουλία της Κυπριακής Κυβέρνησης με σκοπό την προώθηση της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας στην Κύπρο. Το Ίδρυμα αποτελεί το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην κυβέρνηση και την ερευνητική κοινότητα της Κύπρου. Η στρατηγική και πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα της έρευνας μεταφέρεται μέσω του Ιδρύματος προς την ερευνητική κοινότητα.

Οι βασικότερες επιδιώξεις του ΙΠΕ είναι οι ακόλουθες:

Οι μέχρι σήμερα δραστηριότητες του Ιδρύματος περιλαμβάνουν

Ιδρυμα Τεχνολογίας
Το Ίδρυμα Τεχνολογίας είναι μη κερδοσκοπικός οργανισμός που δημιουργήθηκε το 1991 από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων και το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, με σκοπό την προώθηση της τεχνολογικής αναβάθμισης στον τομέα της βιομηχανίας.

Οι δραστηριότητες του Ιδρύματος περιλαμβάνουν:

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Οι προτεραιότητες στον τομέα της έρευνας αποτυπώνονται στις θεματικές ενότητες των Προγραμμάτων Επιχορήγησης Ερευνητικών Σχεδίων του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας. Ο καθορισμός των τομεακών και θεματικών ενοτήτων γίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας, αφού ληφθούν υπόψη οι εισηγήσεις της Μόνιμης Υπηρεσιακής Επιτροπής του Ιδρύματος, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των περισσότερων Υπουργείων καθώς και οι εισηγήσεις από την ερευνητική κοινότητα της Κύπρου.

Για την περίοδο 1999-2000 τέθηκαν τρεις βασικοί άξονες προτεραιοτήτων ανάμεσα στους οποίους καθορίζονται διάφορες θεματικές προτεραιότητες ως ακολούθως:

ΑΞΟΝΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ - ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Ενίσχυση ανταγωνιστικότητας της μεταποίησης – πρωτότυπα προϊόντα – νέα υλικά

Ενέργεια

Πληροφορική

Τηλεπικοινωνίες

 ΑΞΟΝΑΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑ

Αειφόρος γεωργία, αλιεία και δασοπονία

Περιβάλλον

Αειφόρος αστική ανάπτυξη

ΑΞΟΝΑΣ 3 ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ / ΚΟΙΝΩΝΙΑ:

Παιδεία / Πολιτισμός

Υγεία

Κοινωνία - Υπηρεσίες για τον πολίτη

 ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Κύπρος – Ευρωπαϊκή Ένωση
Η Κυπριακή Κυβέρνηση ενθάρρυνε κατά τα τελευταία χρόνια τη συμμετοχή του επιστημονικού δυναμικού της Κύπρου σε διεθνή και ιδιαίτερα σε Ευρωπαϊκά προγράμματα επιστήμης, έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης. Ως υποψήφια χώρα προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση προώθησε τη συμμετοχή των κυπρίων ερευνητών/ερευνητικών φορέων σε Ευρωπαϊκά προγράμματα, στα οποία συμμετείχε μέσα στα πλαίσια της Redirected ?? Μεσογειακής Πολιτικής (Προγράμματα LIFE, AVICENNE, MED-CAMPUS, MED-TECHNO, etc.). Επίσης ενθάρρυνε τη συμμετοχή και στη Δεύτερη Δραστηριότητα του Τέταρτου Προγράμματος Πλαισίου που προνοούσε διεθνή συνεργασία με “τρίτες” χώρες (Πρόγραμμα INCO). Ως επιστέγασμα των προσπαθειών της κυπριακής Κυβέρνησης για προώθηση της συνεργασίας στον τομέα της Έρευνας με την ευρωπαϊκή ερευνητική κοινότητα, ήρθε η υπογραφή Πρωτοκόλλου συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη συμμετοχή της Κύπρου στο Πέμπτο Πρόγραμμα Πλαίσιο για Δραστηριότητες Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Επίδειξης. Το Πρωτόκολλο είναι
συμπληρωματικό της συμφωνίας σύνδεσης Κύπρου – Ευρωπαϊκής Ένωσης και δίνει τη δυνατότητα στους κύπριους ερευνητές να συμμετέχουν ισότιμα με τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους στο Πρόγραμμα. Σημειώνεται ότι το 5ο Πρόγραμμα Πλαίσιο καλύπτει τις ερευνητικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Περίοδο 1999-2002.

Συμμετοχή στο Πρόγραμμα COST
H Κυπριακή Κυβέρνηση, δίνοντας μεγάλη σημασία στην ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ της κυπριακής ερευνητικής κοινότητας και των ερευνητών του εξωτερικού, προώθησε τη συμμετοχή των κυπρίων ερευνητών στο Πρόγραμμα COST (European Co-operation in the field of Scientific and Technological Research). Το Πρόγραμμα στοχεύει στη δημιουργία δικτύων συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαίων ερευνητών. Από το 1995 έως το Μάιο του 1999, η Κύπρος συμμετείχε στο Πρόγραμμα με το καθεστώς του Παρατηρητή. Μετά το Μάιο του 1999 και αφού προηγήθηκε μεγάλη προσπάθεια και αντιμετώπιση προβλημάτων που πήγαζαν από πολιτικές σκοπιμότητες και παρεμβολές της Τουρκίας, η Κύπρος πήρε το καθεστώς του πλήρους μέλους, με αποτέλεσμα οι Κύπριοι ερευνητές να μπορούν να συμμετέχουν απρόσκοπτα στο Πρόγραμμα. Μετά την αναβάθμιση του καθεστώτος της στο Πρόγραμμα, η Κύπρος εκπροσωπείται στην Επιτροπή Ανώτερων Λειτουργών και στις Τεχνικές και Διαχειριστικές Επιτροπές του Προγράμματος.

Διακρατική Συνεργασία
Μέσα στα πλαίσια της προσπάθειας της Κυπριακής Κυβέρνησης να αξιοποιήσει το υψηλό επίπεδο επιστημονικού δυναμικού της Κύπρου και παράλληλα να δημιουργήσει δίκτυα συνεργασίας με τον ελλαδικό ερευνητικό χώρο με σκοπό την αξιοποίηση των εμπειριών και της τεχνογνωσίας που υπάρχει στο χώρο αυτό, το Γραφείο Προγραμματισμού προχώρησε στην υπογραφή συμφωνίας με τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας της Ελλάδας (αρμόδιος κρατικός φορέας για την προώθηση της έρευνας στην Ελλάδα) για συνεργασία στον τομέα της Έρευνας. Η συμφωνία προνοούσε μεταξύ άλλων την προκήρυξη κοινών ερευνητικών προγραμμάτων, στα οποία συμμετείχαν ερευνητές/φορείς από την Κύπρο και την Ελλάδα. Στα πλαίσια των προγραμμάτων αυτών χρηματοδοτήθηκαν μετακινήσεις ερευνητών από την Κύπρο προς την Ελλάδα και αντίστροφα, καθώς και ανταλλαγές ερευνητών. Οι δύο πιο πάνω φορείς βρίσκονται σε επαφή για την ανανέωση της διακρατικής συμφωνίας και τη συμπερίληψη σ’ αυτήν μεταξύ άλλων και θεμάτων που σχετίζονται με την προώθηση της συμμετοχής των δύο χωρών στο 5ο Πρόγραμμα Πλαίσιο.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Πανεπιστήμιο Κύπρου
Το Πανεπιστήμιο Κύπρου ιδρύθηκε το 1989 και λειτούργησε κατά το ακαδημαϊκό έτος 1992-1993, με τρεις Σχολές και έντεκα Τμήματα, ως ακολούθως:

Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών

  1. Τμήμα Τουρκικών Σπουδών
  2. Τμήμα Ξένων Γλωσσών και Φιλολογιών
  3. Τμήμα Επιστημών της Αγωγής
  4. Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

 Σχολή Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών

  1. Tμήμα Μαθηματικών και Στατιστικής

  2. Τμήμα Πληροφορικής

  3. Τμήμα Φυσικών Επιστημών

Σχολή Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης

  1. Τμήμα Οικονομικών

  2. Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Διοίκησης Επιχειρήσεων

Φιλοσοφική Σχολή

  1. Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών

  2. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

  3. Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας

  4. Ερευνητική Ομάδα Αρχαιολογίας

Στις επόμενες φάσεις ανάπτυξης του Πανεπιστημίου αναμένεται ότι θα προστεθούν και νέες σχολές.

Η προώθηση της επιστημονικής έρευνας αποτελεί ένα από τους κύριους σκοπούς του Πανεπιστημίου, γεγονός που αναδεικνύεται και μέσα από τη δημοσίευση ερευνητικών θεμάτων-αποτελεσμάτων σε 100 βιβλία, 140 άρθρα σε βιβλία και 849 άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, από τα 132 μέλη του προσωπικού του, κατά την τριετία 1996-1998.

Από τον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου χρηματοδοτείται μικρός αριθμός ερευνητικών προγραμμάτων (10 κατά το τέλος του 1998) και μεγάλος αριθμός ερευνητικών δραστηριοτήτων.

Μια πολύ σημαντική πτυχή του ερευνητικού έργου του Πανεπιστημίου αφορά στη συμμετοχή του ακαδημαϊκού προσωπικού σε ερευνητικά προγράμματα που χρηματοδοτούνται από εξωτερικούς φορείς, από την Κύπρο και το εξωτερικό. Όπως αναφέρθηκε και στον πρόλογο, τα ποσά που εισρέουν στο Πανεπιστήμιο από εξωτερική χρηματοδότηση είναι περισσότερα από τα χρήματα της κρατικής χρηματοδότησης.

Πολλά από τα προγράμματα αφορούν συνεργασίες με διάφορους φορείς της Κυπριακής κοινωνίας και προορίζονται, κατά ένα μεγάλο μέρος τους, να καλύψουν τη μελέτη των αναγκών της Κυπριακής οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα.

Το ακαδημαϊκό προσωπικό του Πανεπιστημίου συμμετέχει σε δεκάδες προγράμματα που εμπίπτουν στην κατηγορία των διεθνών ερευνητικών συνεργασιών. Ένα μεγάλο μέρος τους είναι προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης’ ωστόσο οι ερευνητικές συνεργασίες προέρχονται από πολλούς φορείς και πολλές χώρες.

Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου
Το Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου δημιουργήθηκε το 1990 σαν ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός με σκοπό την ανάπτυξη ιατρικών και ερευνητικών προγραμμάτων στον τομέα της νευρολογίας και των κληρονομικών ασθενειών γενικότερα. Η δημιουργία του Ινστιτούτου χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες.

Σαν ιατρικό και ερευνητικό κέντρο το Ινστιτούτο έχει τους ακόλουθους στόχους:

  1. Την προσφορά εξειδικευμένων ιατρικών υπηρεσιών σε όλους τους Κυπρίους σε θέματα νευρολογίας, γενετικής και μοριακής ιατρικής και να προσφέρει διάγνωση και θεραπεία σε αυτές τις ασθένειες και για τις δύο κοινότητες της Κύπρου.
  2. Να αναπτύξει προληπτικά προγράμματα με την εισαγωγή και συνεχή ανάπτυξη εξειδικευμένων νέων μεθοδολογιών και προσεγγίσεων για προγεννητική διάγνωση και άλλες τεχνικές μοριακής ιατρικής.
  3. Την ανάπτυξη και εμπέδωση ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων στην κατεύθυνση των νευροεπιστημών και όλων των κληρονομικών ασθενειών.
  4. Να λειτουργήσει σαν κέντρο αναφοράς για την διάγνωση και πρόγνωση κληρονομικών ασθενειών στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Ευρώπης και Μέσης Ανατολής με την παράλληλη ανάπτυξη προγραμμάτων συνεργασίας με ιατρικά κέντρα και πανεπιστήμια στις γειτονικές χώρες καθώς και χώρες της Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών.

Το Ινστιτούτο έχει πολύ ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων με διαγνωστικά, προγνωστικά και ερευνητικά προγράμματα στους ακόλουθους τομείς:

Κλινική νευρολογία όπου λειτουργεί σαν τριτοβάθμιο κέντρο αναφοράς για ιδιαίτερα δύσκολα περιστατικά που χρήζουν μελέτης και διερεύνησης.

Τμήμα Νευροεπιστημών με ιδιαίτερη έμφαση σε θέματα κλινικής νευροφυσιολογίας, παιδιατρικής νευρολογίας, νευρομυϊκής παθολογίας και κλινικής γενετικής. Επίσης, υπάρχει ειδικό τμήμα που ασχολείται με θέματα επιληψίας και τμήμα φυσιοθεραπείας.

Από εργαστηριακής άποψης υπάρχουν τα ακόλουθα τμήματα:

Τμήμα Μοριακής Παθολογίας και Ηλεκτρονικού Μικροσκοπίου, Τμήμα Βιοχημικής Γενετικής, Τμήμα Μοριακής Γενετικής και έμφαση σε διάφορους ιδιαίτερους τομείς όπως είναι η θαλασσαιμία, οι νευρογενετικές ασθένειες, η μοριακή νεφρολογία, η μοριακή καρδιολογία καθώς επίσης η κυστική ίνωση και ο οικογενής μεσογειακός πυρετός. Λειτουργεί επίσης το μοναδικό στην Κύπρο εγκεκριμένο εργαστήριο για δικανική ιατρική και έλεγχο πατρότητας. ΄Αλλα τμήματα είναι το Τμήμα Κυτταρογενετικής και το Τμήμα Μοριακής Ιολογίας και Τμήμα Τεχνητής Νοημοσύνης για ανάπτυξη εφαρμοσμένων προγραμμάτων στην κλινική έρευνα και διάγνωση. Ιδιαιτέρως επιτυχή υπήρξαν προγράμματα στον τομέα της διερεύνησης και εντοπισμού πληθυσμών υψηλού κινδύνου για ασθένειες όπως η κυστική ίνωση, η μυϊκή δυστροφία και διάφορες κληρονομικές νεφροπάθειες καθώς επίσης και κληρονομικές καρδιοπάθειες.

Ονομαστικά, ασθένειες οι οποίες διερευνώνται και για τις οποίες προσφέρονται υπηρεσίες και ενημέρωση στα εργαστήρια του Ινστιτούτου είναι οι ακόλουθες:

Κληρονομικά μεταβολικά νοσήματα, κυστική ίνωση, πολυκυστική νόσος των νεφρών, κυστική μυελική νόσος των νεφρών, κυστινουρία, θαλασσαιμία, διάφορες μυϊκές δυστροφίες, διάφορες διανοητικές καθυστερήσεις όπως είναι το σύνδρομο του εύθραυστου Χ και η τρισωμία 21, η αταξία του Friedreichs, ασθένειες τύπου CMT διαφόρων τύπων, υπερχοληστεριναιμία λόγω μεταλλάξεων στον υποδοχέα της λιποπρωτείνης χαμηλής πυκνότητας (LDL receptor), οικογενής μεσογειακός πυρετός, κληρονομική θρομβοφιλία, ενώ σε ανάπτυξη βρίσκεται επίσης πρόγραμμα προσφοράς διαγνώσεων για καρκίνους για με τη βοήθεια του μοναδικού στην Κύπρο ηλεκτρονικού μικροσκοπίου, καθώς επίσης και ανίχνευση μεταλλάξεων σε οικογένειες με κληρονομικό καρκίνο του μαστού. Πιο πρόσφατα έχουν ξεκινήσει στο Ινστιτούτο και ερευνητικά προγράμματα που στοχεύουν σε γονιδιακές θεραπείες. Τα διάφορα εργαστήρια και κλινικές του Ινστιτούτου ευρίσκονται σε συνεχή συνεργασία με πολλά πανεπιστήμια της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος, καθώς επίσης και πανεπιστήμια και κλινικές των Ηνωμένων Πολιτειών. Βεβαίως, έντονη είναι η συνεργασία του Ινστιτούτου με τα αρμόδια τμήματα του Υπουργείου Υγείας της Κύπρου και το Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών
Το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών (ΙΓΕ) είναι Τμήμα του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Ιδρύθηκε το 1962 σε συνεργασία με το Ταμείο Αναπτύξεως και τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών και περιήλθε στην πλήρη κυριότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1967. Είναι το μοναδικό ίδρυμα στην Κύπρο που διεξάγει γεωργική έρευνα και οι δραστηριότητες του χρηματοδοτούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την Κυβέρνηση.

Σύμφωνα με τους όρους εντολής του, το Ινστιτούτο διεξάγει άμεσα εφαρμόσιμη γεωργική έρευνα με σκοπό την επίλυση προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο γεωργοκτηνοτροφικός κόσμος. Αξιολογεί νέες επιστημονικές και τεχνολογικές μεθόδους και προτείνει νέες διαδικασίες με στόχο την ορθολογική αξιοποίηση των φυσικών πόρων και τη βελτίωση της ζωικής και φυτικής παραγωγής στην Κύπρο.

Για την επίτευξη των στόχων αυτών, λειτουργούν στο Ινστιτούτο όλοι οι βασικοί κλάδοι και ειδικότητες της γεωργικής και ζωοτεχνικής έρευνας. Οι επί μέρους δραστηριότητες εντάσσονται στους ευρύτερους ερευνητικούς τομείς των Φυτών Μεγάλης Καλλιέργειας, των Οπωροκηπευτικών, της Εδαφολογίας και Χρήσης Νερού, της Προστασίας Φυτών, της Ζωικής Παραγωγής, της Αγροτικής Οικονομικής, της Βιομετρίας και της Φυτικής Βιοτεχνολογίας. Το ΙΓΕ διαθέτει επίσης Κεντρική Υπηρεσία Χημικών Αναλύσεων, Βιβλιοθήκη, Πειραματική Έπαυλη στην Αθαλάσσα, όπου διεξάγεται κυρίως ερευνητική εργασία στη ζωική παραγωγή και πειραματικούς σταθμούς στην Αχέλεια, στο Σαϊττά και στο Ζύγι. Ερευνητική εργασία διεξάγεται επίσης σε συνεργασία με ιδιώτες παραγωγούς.

Στο Ινστιτούτο απασχολούνται 40 επιστήμονες, οι πλείστοι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων και 64 τεχνικοί, οι περισσότεροι των οποίων έχουν ειδικευτεί στο θέμα που εργάζονται.

Το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών τυγχάνει διεθνούς αναγνώρισης στους περισσότερους τομείς της δραστηριότητας του. Έχει επίσης αναπτύξει στενούς δεσμούς και συνεργασία με εθνικά, περιφερειακά και διεθνή κέντρα έρευνας και οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, η Διεθνής Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, το Διεθνές Κέντρο Ερευνών Ξηρικών Περιοχών, το Διεθνές Ινστιτούτο Φυτικού Γενετικού Υλικού, το Εθνικό Ινστιτούτο Αγρονομικής Έρευνας της Γαλλίας, το Διεθνές Πρόγραμμα Διατήρησης Ζωικού Γενετικού Υλικού του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας κλπ.

Το Ινστιτούτο είναι το Εθνικό Κέντρο Συλλογής και Ταξινόμησης της γεωργικής βιβλιογραφίας στην Κύπρο. Η βιβλιογραφία διαβιβάζεται στο Κέντρο Αποθήκευσης Πληροφοριών του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας για παγκόσμια χρήση.

Τα αποτελέσματα της ερευνητικής εργασίας δημοσιεύονται στις εκδόσεις του Ινστιτούτου Ετήσια Ανασκόπηση της Ερευνητικής Εργασίας, Τεχνικό Δελτίο, Ποικίλες Εκθέσεις και Γεωργοοικονομική Έκθεση.

Αποτελέσματα γενικότερου επιστημονικού ενδιαφέροντος για τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, δημοσιεύονται στο εξωτερικό, σε έγκυρα διεθνή περιοδικά.

Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης
Μέσα στα πλαίσια των ευρύτερων του αρμοδιοτήτων, το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης (Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος) αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση εφαρμοσμένων ερευνητικών εργασιών, στους τομείς των ορυκτών, των φυσικών κινδύνων και του δομημένου περιβάλλοντος και των υπόγειων υδάτων. Ερευνητικά προγράμματα στους τομείς αυτούς καλύπτουν μεταξύ άλλων τη διερεύνηση των υπογείων υδάτων με τη χρήση σύγχρονων γεωφυσικών και υδρογεωλογικών τεχνικών, τη ρύπανση των υπογείων υδάτων και την χρήση βιομηχανικών ορυκτών. Άλλες ερευνητικές δραστηριότητες του Τμήματος αφορούν το δομημένο περιβάλλον και ειδικότερα την εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας, τον ποσοτικό και ποιοτικό έλεγχο των δομικών υλικών καθώς και την εκτίμηση των παραμέτρων που σχετίζονται με τη συμπεριφορά των γεωλογικών σχηματισμών στις θεμελιώσεις.

Σε επίπεδο βασικής έρευνας, το Τμήμα έχει στο θέμα της διερεύνησης της γεωλογικής εξέλιξης της Κύπρου και των γύρω περιοχών. Στα πλαίσια αυτά γίνεται λεπτομερής χαρτογράφηση από την οποία προκύπτουν χάρτες που θα αξιοποιηθούν σε επίπεδο εφαρμοσμένης εργασίας.

Κάποιες από τις πιο πάνω δραστηριότητες περιλαμβάνουν συνεργασίες με ερευνητικούς φορείς του εξωτερικού, ενώ αρκετές εντάσσονται στα πλαίσια προγραμμάτων που επιχορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών
Το Τμήμα Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών (ΤΑΘΕ) εκτός των άλλων του δραστηριοτήτων ασχολείται με τις Θαλάσσιες Έρευνες στους τομείς που αφορούν την Ωκεανογραφία (Φυσική, Χημική), τη Θαλάσσια Βιολογία-Οικολογία, τη Θαλάσσια Ρύπανση, τους Αλιευτικούς Πόρους και την Ιχθυοκαλλιέργεια. Το ΤΑΘΕ εκπροσωπεί σε επιστημονικό επίπεδο την χώρα σε αντίστοιχους Διεθνείς και Ευρωπαικούς οργανισμούς για την προώθηση των θαλασσίων ερευνών και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος στην Μεσόγειο Θάλασσα (πχ. IOC-Intergovernmental Oceanographic Commission, CIESM- Commission for the Scientific Exploration of the Mediterranean Sea, EuroGOOS/MedGOOS-European/Mediterranean Operational Oceanography, UNEP/MAΡ-United Nation Environmental Program/Mediterranean Action Plan).

Οι αντίστοιχοι ερευνητικοί τομείς του ΤΑΘΕ είναι στελεχωμένοι με άρτια εκπαιδευμένο προσωπικό και εξοπλισμό για την εκτέλεση ερευνητικών προγραμμάτων στις θαλάσσιες έρευνες τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στα πλαίσια συνεργασίας με αντίστοιχα ερευνητικά κέντρα της ΕΕ.

Η τεκμηρίωση της απαραίτητης επιστημονικής γνώσης που αφορά τους ερευνητικούς τομείς του ΤΑΘΕ υλοποιείται στα πλαίσια ερευνητικών προγραμμάτων τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στα πλαίσια προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, σε συνεργασία με αντίστοιχους ερευνητικούς φορείς της ΕΕ. Η περιοχή έρευνας που καλύπτουν οι θαλάσσιες επιστήμες έχουν μεγάλη οικονομική σημασία για τις παραλιακές χώρες της ΕΕ και ασφαλώς και για την Κύπρο, επομένως η επιστημονική γνώση της θαλάσσιας περιοχής που περιβάλλει την Κύπρο, Λεβαντίνη, Ανατολική Μεσόγειος συμβάλλει στην επιστημονικά αποδεκτή διαχείριση και εκμετάλλευση του θαλάσσιου πλούτου.

Το ΤΑΘΕ σε συνεργασία με ερευνητικούς φορείς Θαλασσίων Ερευνών της ΕΕ συμμετέχει ενεργά σε Ευρωπαικά ανταγωνιστικά προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, μεταξύ των οποίων στα πλαίσια του 4ου προγράμματος πλαίσιο (MAST-Marine Science and Technology) με στόχο την ανάπτυξη της επιχειρησιακής ωκεανογραφίας στην Μεσόγειο, όσο και στα πλαίσια του 5ου προγράμματος πλαίσιο "Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη, Βιώσιμα Θαλάσσια Οικοσυστήματα".

Το ΤΑΘΕ συμμετέχει σε ανταγωνιστικά ερευνητικά/ωκεανογραφικά προγράμματα της ΕΕ, όπως :

  1. MFSPP (Mediterranean Forecasting System-oceanographic pilot project), EU-MAST, 4FP
  2. MEDAR/MEDATLAS-II (Mediterranean Oceanographic Atlas), EU-MAST, 4FP
  3. CYCLPOS (Cycling the Phosphorous in the Mediterranean Sea), EU-EVK3, 5FP

Επιπρόσθετα το ΤΑΘΕ συμμετέχει στο περιβαλλοντικό πρόγραμμα MED-POL (MAP)-Research and monitoring program of the Mediterranean Sea.

Κέντρο Εφαρμογών Ενέργειας (ΚΕΕ)
Το Κέντρο Εφαρμογών Ενέργειας ιδρύθηκε το 1986 για να συντονίζει τις δραστηριότητες της Κύπρου στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ηλιακής, αιολικής, βιομάζας, υδραυλικής κ.λ.π.) και της ορθολογικής χρήσης της ενέργειας. Βασικός στόχος του ΚΕΕ είναι η προώθηση προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας και εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενεργείας.

Τα προγράμματα για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στοχεύουν στην διεύρυνση της χρήσης των οικονομικά βιώσιμων ενεργειακών τεχνολογιών καθιστώντας τες αποδεκτές από το ευρύ κοινό. Για την υλοποίηση των στόχων του το Κέντρο, ανάλογα με τη φύση της τεχνολογίας, αναλαμβάνει δραστηριότητες όπως εφαρμοσμένη έρευνα, ανάπτυξη πρωτοποριακών μονάδων, ανάληψη επιδεικτικών προγραμμάτων και εμπορικών εφαρμογών, παροχή τεχνικής βοήθειας και πληροφοριών κ.τ.λ. Κατά την εφαρμογή των διαφόρων προγραμμάτων το Κέντρο καταβάλει προσπάθεια αξιοποίησης στο μέγιστο δυνατό βαθμό τόσο των δικών του δυνατοτήτων (προσωπικό και εγκαταστάσεις) όσο και αυτών των άλλων κρατικών, ημικρατικών και άλλων οργανισμών. Ακόμη το Κέντρο συνεργάζεται με παρόμοια ινστιτούτα του εξωτερικού.

Το ΚΕΕ διαθέτει εργαστήριο μεταλλικών κατασκευών, μονάδα πειραματικού προσδιορισμού της απόδοσης ηλιακών συλλεκτών, μονάδα πειραματικού προσδιορισμού της απόδοσης ηλιακών συστημάτων, σύστημα μέτρησης του συντελεστή απορροφητικότητας και εκπομπής (α,ε), γραφεία, δανειστική βιβλιοθήκη σε θέματα ενέργειας και τον απαραίτητο τεχνικό εξοπλισμό για διενέργεια ενεργειακών μελετών.

Για προώθηση των σκοπών του, το ΚΕΕ αναλαμβάνει τις πιο κάτω δραστηριότητες:

 Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο
Το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (ΑΤΙ) ιδρύθηκε το 1968, στα πλαίσια κοινού προγράμματος των οργανισμών UNDP, UNESCO και ILO. Από το 1973 την ευθύνη της λειτουργίας του ΑΤΙ έχει η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ειδικότερα το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η κύρια του αποστολή αφορά την παροχή εκπαίδευσης στο επίπεδο Τεχνικού Μηχανικού, στους κλάδους της Πολιτικής Μηχανικής, της Ηλεκτρολογίας, της Μηχανολογίας, της ακτομηχανικής και της πληροφορικής. Το ΑΤΙ αποτελεί επίσης περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης στον κλάδο επιδιόρθωσης και συντήρησης ιατρικού και νοσοκομειακού εξοπλισμού.

Το ΑΤΙ συμμετέχει σε ερευνητικά προγράμματα που αφορούν μηχανολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών, αυτοματισμό στην παραγωγή, ρομποτική, έλεγχο ποιότητας, ενέργεια με έμφαση στην αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας, βιομηχανική ηλεκτρονική, υδρολογία, κατασκευαστικά υλικά, περιβαλλοντική μηχανική, αντισεισμική μηχανική και πληροφορική.

Αρκετά από τα προγράμματα στα οποία συμμετέχει το ΑΤΙ χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και εκπονούνται σε συνεργασία με φορείς από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κρατικό Γενικό Χημείο
Το Γενικό Χημείο του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) είναι το κύριο και αρχαιότερο Ινστιτούτο στην Κύπρο στα πεδία της Χημείας και της Μικροβιολογίας. Περιλαμβάνει 6 τομείς με συνολικό αριθμό 18 εργαστηρίων (13 Χημικά, 3 Μικροβιολογικά, 1 Ιολογικό και 1 Οικοτοξικολογικό), Μονάδα Τεχνολογίας της Πληροφορικής και Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας.

Οι δραστηριότητες του Γ.Χ.Κ. καλύπτουν ευρύ φάσμα εφαρμογών στα πιο πάνω πεδία καθώς και πρόσφατα στη Βιολογία. Οι δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνουν:

Η εφαρμοσμένη έρευνα είναι ζωτικό στοιχείο των δραστηριοτήτων του Γ.Χ.Κ. και έχει μια συνεχώς αυξάνουσα σημασία. Οι δυνατότητες έρευνας στο Γ.Χ.Κ. τεκμηριώνονται από την ανεπτυγμένη δεξιότητα και εμπειρία του προσωπικού, από το διαθέσιμο εξοπλισμό καθώς και από τις υπηρεσίες υποστήριξης.

Από το 1991, το Γ.Χ.Κ. εφαρμόζει πρόγραμμα Διασφάλισης Ποιότητας σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πρότυπο ΕΝ 45001. Αυτή η πρωτοβουλία ανελήφθη ώστε να υποστηριχθεί η εγκυρότητα και η αξιοπιστία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων και εκθέσεων του Γ.Χ.Κ.

Από το 1992, τα εργαστήρια του Γ.Χ.Κ. συμμετέχουν με εξαίρετα αποτελέσματα σε ένα σημαντικό αριθμό ελέγχων δεξιότητας μαζί με Ευρωπαϊκά και άλλα εργαστήρια (διεργαστηριακοί έλεγχοι/έλεγχοι δεξιότητας: FAPAS, GEMS, AQUACHECK, κ.α.).

Οι ερευνητικές δυνατότητες και η δεξιότητα του Γ.Χ.Κ. αποδεικνύονται επίσης με την επιτυχή συμμετοχή του σε Ευρωπαϊκά και Διεθνή Ερευνητικά Προγράμματα όπως: AVICENNE, LIFE και UNHCR. Η εμπειρία που αποκτήθηκε μέσα από τα προγράμματα αυτά, ενισχύει ακόμη περισσότερο τις ερευνητικές δυνατότητες του Γ.Χ.Κ.

Η εμπειρία και δεξιότητα του Γ.Χ.Κ. έχουν αναγνωρισθεί και το Γ.Χ.Κ. τυγχάνει διεθνούς εκτίμησης. Το 1997 το Γ.Χ.Κ. έχει αναγνωρισθεί από τoν Oργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) ως “Κέντρο Υπεροχής” (Centre of Excellence) στον Τομέα των Τροφίμων. Μέλη του προσωπικού υποδεικνύονται ως μέλη Διεθνών Επιστημονικών Επιτροπών και άλλων Σωμάτων.

Το Γ.Χ.Κ. σε συνεργασία με την Ε.Ε. και Διεθνείς Οργανισμούς μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ως Κέντρο Εκπαίδευσης και Συνεργασίας σε Ερευνητικά Προγράμματα.

 Παιδαγωγικό Ινστιτούτο
Το παιδαγωγικό Ινστιτούτο υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και έχει ως βασική αποστολή την ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση και εξάσκηση των εκπαιδευτικών. Το Ινστιτούτο περιλαμβάνει Τμήμα Ερευνών και Αξιολόγησης, το οποίο διεξάγει ερευνητικές δραστηριότητες σε εκπαιδευτικά θέματα. Ερευνητικές εργασίες μικρής κλίμακας εκπονούνται από τους εκπαιδευτικούς ως μέρος της εκπαίδευσής τους στο Ινστιτούτο, ενώ μεγαλύτερης εμβέλειας ερευνητικές δραστηριότητες διεξάγονται σε συνεργασία με άλλα Τμήματα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Το Ινστιτούτο συμμετέχει σε διεθνή ερευνητικά Προγράμματα (πχ APU, TIMSS) και έχει την ευθύνη της διάχυσης των ερευνητικών αποτελεσμάτων στο EUDISED (European Documentation and Information System of Education) του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών
Το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (ΚΕΕ) ιδρύθηκε από την Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση (ΕΚΣ) (Νόμος 9 του 1964). Μετά τη διάλυση της ΕΚΣ το ΚΕΕ λειτουργεί ως Τμήμα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (ΥΠΠ)

Οι βασικότεροι σκοποί του ΚΕΕ είναι:

  1. Η οργάνωση, ανάληψη και διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας στα πλαίσια της Ελληνικής Ιστορίας, Αρχαιολογίας, Γλωσσολογίας και Λαογραφίας και ειδικότερα στους ίδιους κλάδους του τομέα των Κυπρολογικών ερευνών.

  2. Η οργάνωση, ανάληψη και διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας σε οποιοδήποτε άλλο επιστημονικό κλάδο, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του τόπου.

  3. Η δημοσίευση και διάδοση των πορισμάτων των διεξαγομένων ερευνών, και

  4. Η προαγωγή της επιστημονικής εργασίας στην Κύπρο και της επιστημονικής συνεργασίας με άλλες χώρες.

Οι πιο πάνω σκοποί επιδιώκονται με τα εξής πρόσφορα μέσα:

  1. Με τη χρησιμοποίηση τακτικού και έκτακτου επιστημονικού προσωπικού,

  2. Με την ίδρυση επιστημονικού αρχείου και βιβλιοθήκης,

  3. Με την οργάνωση επιστημονικών αποστολών στο εξωτερικό,

  4. Με την οργάνωση επιστημονικών συνεδρίων στην Κύπρο και με τη συμμετοχή αντιπροσώπων του ή της Κύπρου σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και

  5. Με την προώθηση ικανών Κυπρίων επιστημόνων ερευνητών, της καθοδήγησης και του συντονισμού της επιστημονικής τους εργασίας και της παροχής για το σκοπό αυτό κάθε δυνατής βοήθειας.     [αρχική σελίδα] [πάνω]