Λαλεί τ' ο Μουσελλίμ-αγάς: "Δημήτρη, μεν φοάσαι
τζι' εγιώ εσέναν έχω σε σγιαν άθθρωπον δικόν μου.
Είνταν που θέλεις; ζήτα μου τζιαι μεν-ι-δκιαλοάσαι."
"Θέλω, αφέντη, μανιχά να πάω στο χωρκόν μου,
έσιει π' αφήτης μ' έσιετε δα μέσα χαψωμένον,
έμεινεν το κοπάδιν μου στους κάμπους απλωμένον.
Αησ' με μάγκου δκυο μέρες τζι' έπαρ' μου την ψυσιήν μου,
είντα 'παθεν το μάλιν μου; θέλω τζι' εγιώ να ξέρω,
τζιαι πάλ' εγιώνη στρέφομαι, τζιαι θέμι στο στραφήν μου
μιαν τόκκαν τζιαι μιαν άτροφην κανίσιην να σου φέρω.
Δεν έχω, αφέντη, έσσω μου με μισταρκόν με δούλον,
τζι' είπαν μου πως τα γίδκια μου ψοφούσιν που την πείναν.
Εσσω μου τζι' έξω μ' έναν γιον τον είχα ούλον-ούλον
τζι' είμαι τζιαι τζιείνου δίχως του έσιει τώρα 'ναν μήναν.
Μιαν Τζιερκατζιήν, που ήμαστον οι δκυο τζιείνος τζι' εγιώνη
τζι' επκιάνναμεν με τα βερκά πουλιά μέσ' στο λαόνιν,
έταξα τον τον άχαρον να πα' να παραλάση,
τζι' επήεν τζι' εν εστράφην πκιον νάεν καή η μέρα!
Ειπάν μου πως εφύασιν πο τζιεί που το Καρπάσιν
μια κοπή παίδκιοι τοπκιανοί τζιαι πως επήαν πέρα,
πέρα στους λας που πολεμούν τζιαι παν κατά την Πόλην.
Αν πολεμούν για το καλόν τζιαι πολεμά τζι' ο γιος μου,
ας εν χαλάλιν του Θεού, αν μου τον φα' το βόλιν,
τζι' ας πα να μείνω δίχως του, να ζήσω μανιχός μου.
Ειδέ τζι' αν ου, τζιαι μάχουνται να κάμουν άλλα αντ' άλλα,
χαρράμιν τους που τον Θεόν της μάνας τους το γάλαν.
Εσιει π' αφήτης έφυεν που λλόου μου ο γιος μου,
έμεινα μανιχούλλικος: μαντρίζω, ξημαντρίζω,
τζιοιμίζ' ο κακομάζαλος τζιαι μπλίζω μανιχός μου
τζιαι μανιχός μου στέκομαι στον λάκκον τζιαι ποτίζω.
Μεσ' σ' τουν την χάψην ως πόσον, αφέντη, πκιον; κανεί με,
εκαμέν με δαμέσα δα η πλήξη πολιφάϊν,
γιατί το τρώω τρώει με, το πίννω καταλυεί με,
που τον καμόν μου τον πολλύν τούτ' η καρδκιά μου 'κάην.
Εξύπνουν που το χάραμαν, πούθεν να πα' να μπλίσω,
τζιαι δεν εβάσταχνα ποττέ χωρίς να τραουδήσω,
τζι' ούλα τα πάντα θάρεια μιτά μου τραουδούσαν,
εβρύτζιζα που την φωνήν τον κόσμον νύχταν μέραν
τζι' έπαιζα το πιδκιαύλιν μου, τζιαι τα βουά αδονούσαν,
το κλάμαν τζιαι το δάρκωμαν τα μμάδκια μων το ξέραν."
Το λογότυπο της Ενάτης σχεδιάστηκε από τον Τεύκρο.
Οι εικόνες πάρθηκαν από πίνακες του Γιώργου Μαυρογένη (συλλογή Αρχιεπισκοπής, Λευκωσία) και έγιναν scanned από τον 4ο Τόμο της "Ιστορίας της Νήσου Κύπρου" του Αντρου Παυλίδη, Εκδόσεις "Φιλόκυπρος". Ο κώδικας HTML αυτής της σελίδας παράχθηκε από πρόγραμμα που έγραψε ειδικά γι' αυτό τον σκοπό ο Τεύκρος σε γλώσσα QBASIC.