Βασίλη Μιχαηλίδη "Η 9η Ιουλίου του 1821"

12. Πείθεται ο Βοσκός




"Εν να σ' αφήκω," είπεν του, "να πας τζι' εις το χωρκόν σου,
τζιαι το μιρίν σου ως που ζιής εν να σου το χαρίσω,
τζι' εν να πκιερώσω, αν έσιης ρκος, ακόμα τζιαι το ρκος σου,
τζιαι μεσ' στην φούχταν εκατόν χρουσά να σου μετρήσω.
Είπες πως οι Πισκόποι σας εθέλαν να σηκώσουν
τους Χριστιανούς κρυφά κρυφά, τους Τούρκους να σκοτώσουν.
Είπες πως οι Πισκόποι σας ως τζι' εις τα κοπελλούδκια,
στους παίδκιους τζιαι στους γέροντες τζιαι στες γυναίκες κόμα
εδκιαμοιράζαν άρματα τζιαι βόλια τζιαι παρούδκια,
τζι' ακούσαν τα τζι' άλλοι τζι' εγιώ που το δικόν σου στόμαν."

"Εγιώ, αφέντη, μανιχά άκουσα να λαλούσιν,
πως ήρτεν ένας τοπκιανός καλόηρος που πέρα
τζι' έφερεν κάμποσα χαρκιά πο τζιει που πολεμούσιν
τζι' έδωκεν τα τζιαι χάθηκεν, δεν έμεινεν με μέραν,
τζιαι τζιείνα ούλα τα χαρκιά πως ήταν του πολέμου.
Τα άλλα ούλα που λαλείς εν τάκουσα ποττέ μου."
"Είντα μας περιπαίζεις, βρε, είμαστον μισταρκοί σου;
Είπες το με το στόμαν σου μεσ' σ' τόσον παναύριν,
πε το, γιατί σκοτώννω σε, κόβκω την τζιεφαλήν σου.
Φέρτε μου τον τζιελλάττην δα, ναν δαχαμαί χαζίριν!"
"Οϊ, αφέντη, μεν κάμης πάνω μου μέναν γαίμαν.
Λυπήθου με τον άχαρον τζι' εν κρίμαν τζι' αμαρτία,
άησ' με τζιαι λαλώ σου το: εν εν', αφέντη, ψέμαν.
(Ο φόος φέρνει κόλασιν, λαλεί τζι' η παροιμία)
Ας κάμω τα πικρά γλυτζιά τζιαι τα ζαβ'άς γισ'ώσω
τζι' ας πω κατά που θέλετε, αφέντη, να γλυτώσω.
Τα είπες εν' αληθινά, αφέντη, μαρτυρώ το,
είδα τζιαι με τα μμάδκια μου τζι' άκουσα με τα φκια μου,
ούλα γινήκαν τζι' είδα τα, τζι' είπα το τζιαι λαλώ το.
Θεέ μου τζιαι συγχώρα μου, εν καθαρή η καρδκιά μου."

Είπεν τα τούτα ο βοσκός τζι' ελούθηκεν το κλάμαν.
Οι Τούρτζιοι εψουψουρίσασιν τότες ανεμεσόν τους
τζιαι πα' σε μιαν κόλλαν χαρτίν μαρτυρικόν εκάμαν,
(τζιαι πκοιός ήξερ' ειντά γραφεν τζιειν το μαρτυρικόν τους)
τζιαι φέραν του το του φτωχού Δημήτρη τζι' έπκιασέν το
τζι' έγ'γ'ισεν το δαχτύλιν του πάνω τζι' εμούζωσέν το.
Ο Μουσελλίμης τότε πκιον εγλυκοσύντυσιέν του,
τζι' είπεν του: "Πάψε, μεν κλαίης τζι' εν να σε ξαπολύσω."
Είδεν τον τζιαι με δειν γλυτζιύν τζι' εχαμογέλασέν του
τζι' ένεψεν τους τζι' επήραν τον πο τζιει τα ώδε πίσω.





[1] [2] [3] [4] [5] [6] [7] [8] [9] [10] [11] [12] [13] [14] [15] [16] [17] [18] [19] [20] [21] [22] [23] [24]

Αυτή η σελίδα είναι υπό κατασκευή.

Ευχαριστούμε που επισκεφθήκατε την 9η Ιουλίου του 1821.
Τα σχόλια σας είναι ευπρόσδεκτα.



Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε πιό πρόσφατα στις 25 Νοεμβρίου, 1997, Λευκωσία, Κύπρος.

© 1997 Tefkros Symeonides & Constantinos Symeonides

Το λογότυπο της Ενάτης σχεδιάστηκε από τον Τεύκρο.
Οι εικόνες πάρθηκαν από πίνακες του Γιώργου Μαυρογένη (συλλογή Αρχιεπισκοπής, Λευκωσία) και έγιναν scanned από τον 4ο Τόμο της "Ιστορίας της Νήσου Κύπρου" του Αντρου Παυλίδη, Εκδόσεις "Φιλόκυπρος".
Ο κώδικας HTML αυτής της σελίδας παράχθηκε από πρόγραμμα που έγραψε ειδικά γι' αυτό τον σκοπό ο Τεύκρος σε γλώσσα QBASIC.